- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐγχειρίδιον?

2군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: encheiridion 고전 발음: [엥케리디온] 신약 발음: [앵키리디온]

기본형: ἐγχειρίδιον

형태분석: ἐγχειριδι (어간) + ον (어미)

  1. 편람, 길잡이
  2. 검, 면도날
  1. a handbook, a manual.
  2. a dagger.

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἐγχειρίδιον

편람이

ἐγχειριδίω

편람들이

ἐγχειρίδια

편람들이

속격 ἐγχειριδίου

편람의

ἐγχειριδίοιν

편람들의

ἐγχειριδίων

편람들의

여격 ἐγχειριδίῳ

편람에게

ἐγχειριδίοιν

편람들에게

ἐγχειριδίοις

편람들에게

대격 ἐγχειρίδιον

편람을

ἐγχειριδίω

편람들을

ἐγχειρίδια

편람들을

호격 ἐγχειρίδιον

편람아

ἐγχειριδίω

편람들아

ἐγχειρίδια

편람들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐὰν δὲ θυσιαστήριον ἐκ λίθων ποιῇς μοι, οὐκ οἰκοδομήσεις αὐτοὺς τμητούς. τὸ γὰρ ἐγχειρίδιόν σου ἐπιβέβληκας ἐπ᾿ αὐτούς, καὶ μεμίανται. (Septuagint, Liber Exodus 20:25)

    (70인역 성경, 탈출기 20:25)

  • τόξον καὶ ἐγχειρίδιον ἔχοντες. ἰταμός ἐστι καὶ οὐ μὴ ἐλεήσῃ. ἡ φωνὴ αὐτῶν ὡς θάλασσα ἠχήσει, ἐφ ἵπποις ἱππάσονται παρεσκευασμένοι, ὥσπερ πῦρ, εἰς πόλεμον πρὸς σέ, θύγατερ Βαβυλῶνος. (Septuagint, Liber Ieremiae 27:42)

    (70인역 성경, 예레미야서 27:42)

  • ἔχει δὲ ἐγχειρίδιον ἐν δεξιᾷ καὶ πέλεκυν, ἑαυτὸν δὲ ἐκ πολέμου καὶ λῃστῶν οὐκ ἐξελεῖται. (Septuagint, Litterae Ieremiae 1:14)

    (70인역 성경, Litterae Ieremiae 1:14)

  • καὶ ἐρεῖς πρὸς τὴν γῆν τοῦ Ἰσραήλ. τάδε λέγει Κύριος. ἰδοὺ ἐγὼ πρὸς σὲ καὶ ἐκσπάσω τὸ ἐγχειρίδιόν μου ἐκ τοῦ κολεοῦ αὐτοῦ καὶ ἐξολοθρεύσω ἐκ σοῦ ἄνομον καὶ ἄδικον. (Septuagint, Prophetia Ezechielis 21:3)

    (70인역 성경, 에제키엘서 21:3)

  • ἀνθ ὧν ἐξολοθρεύσω ἐκ σοῦ ἄδικον καὶ ἄνομον, οὕτως ἐξελεύσεται τὸ ἐγχειρίδιόν μου ἐκ τοῦ κολεοῦ αὐτοῦ ἐπὶ πᾶσαν σάρκα ἀπὸ ἀπηλιώτου ἕως βορρᾶ. (Septuagint, Prophetia Ezechielis 21:4)

    (70인역 성경, 에제키엘서 21:4)

유의어

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION