헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διάστροφος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διάστροφος διάστροφον

형태분석: διαστροφ (어간) + ος (어미)

  1. 왜곡한, 비뚤어진
  1. twisted, distorted

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 διάστροφος

왜곡한 (이)가

διάστροφον

왜곡한 (것)가

속격 διαστρόφου

왜곡한 (이)의

διαστρόφου

왜곡한 (것)의

여격 διαστρόφῳ

왜곡한 (이)에게

διαστρόφῳ

왜곡한 (것)에게

대격 διάστροφον

왜곡한 (이)를

διάστροφον

왜곡한 (것)를

호격 διάστροφε

왜곡한 (이)야

διάστροφον

왜곡한 (것)야

쌍수주/대/호 διαστρόφω

왜곡한 (이)들이

διαστρόφω

왜곡한 (것)들이

속/여 διαστρόφοιν

왜곡한 (이)들의

διαστρόφοιν

왜곡한 (것)들의

복수주격 διάστροφοι

왜곡한 (이)들이

διάστροφα

왜곡한 (것)들이

속격 διαστρόφων

왜곡한 (이)들의

διαστρόφων

왜곡한 (것)들의

여격 διαστρόφοις

왜곡한 (이)들에게

διαστρόφοις

왜곡한 (것)들에게

대격 διαστρόφους

왜곡한 (이)들을

διάστροφα

왜곡한 (것)들을

호격 διάστροφοι

왜곡한 (이)들아

διάστροφα

왜곡한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πρόσωπα ἐρυθρὰ, πεποικιλμένα, ὀφθαλμοὶ μικροῦ δεῖν ἀτενέεσ, μόλισ περιδινούμενοι, πνὶξ ἰσχυρὴ, ἀναπνοὴ κακὴ, χειρῶν καὶ σκελέων τάσισ, μύεσ παλλόμενοι, πρόσωπα ποικίλωσ διάστροφα, μῆλα καὶ χείλεα τρομώδεα, γένυσ παλλομένη, ὀδόντων ἄραβοσ· ἐπ’ ἄλλῳ δ’ ἄν τινι καὶ τὰ ὦτα, ἐγὼ δὲ ἐθηεύμην καὶ ἐθωύμαζον. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 39)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 39)

  • μετὰ δὲ Ἀγυλλαίοισι πάντα τὰ παριόντα τὸν χῶρον, ἐν τῶ οἱ Φωκαιέεσ καταλευσθέντεσ ἐκέατο, ἐγίνετο διάστροφα καὶ ἔμπηρα καὶ ἀπόπληκτα, ὁμοίωσ πρόβατα καὶ ὑποζύγια καὶ ἄνθρωποι. (Herodotus, The Histories, book 1, chapter 167 2:2)

    (헤로도토스, The Histories, book 1, chapter 167 2:2)

  • τόδε γὰρ τὸ σχῆμα πρὸσ ἔμετον Ῥήϊστον · ἢν δὲ καὶ σπᾶται ἢ διαστρέφηται τὴν κάτω γνάθον, ἢ τὼ χεῖρε καὶ τὰ σκέλεα Ῥίπτηται, καὶ ξύμπασ τιταίνηταί οἱ ὢψ, τὰ γυῖα ψηλαφίῃ ξὺν λίπαϊ μαλθάσσειν , ἀπιθύνειν τε τῆσ ὄψιοσ τὰ διάστροφα· πρηέωσ δὲ διακρατέειν, ὡσ μὴ διαστρέφηται τὰ ἰθέα. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 215)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 215)

유의어

  1. 왜곡한

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION