- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βρέφος?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: brephos 고전 발음: [레포] 신약 발음: [래포]

기본형: βρέφος βρέφεος

형태분석: βρεφο (어간) + ς (어미)

  1. 아기, 자기
  1. baby
  2. babe in the womb, foetus/fetus

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 βρέφος

아기가

βρέφει

아기들이

βρέφη

아기들이

속격 βρέφους

아기의

βρέφοιν

아기들의

βρεφέων

아기들의

여격 βρέφει

아기에게

βρέφοιν

아기들에게

βρέφεσι(ν)

아기들에게

대격 βρέφος

아기를

βρέφει

아기들을

βρέφη

아기들을

호격 βρέφος

아기야

βρέφει

아기들아

βρέφη

아기들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐκρέμασαν τὰ βρέφη ἐκ τῶν τραχήλων αὐτῶν, καὶ τοὺς οἴκους αὐτῶν προενόμευσαν καὶ τοὺς περιτετμηκότας αὐτοὺς ἐθανάτωσαν. (Septuagint, Liber Maccabees I 1:61)

    (70인역 성경, Liber Maccabees I 1:61)

  • δύο γὰρ γυναῖκες ἀνηνέχθησαν περιτετμηκυῖαι τὰ τέκνα αὐτῶν. τούτων δὲ ἐκ τῶν μαστῶν κρεμάσαντες τὰ βρέφη καὶ δημοσίᾳ περιαγαγόντες αὐτὰς τὴν πόλιν κατὰ τοῦ τείχους ἐκρήμνισαν. (Septuagint, Liber Maccabees II 6:10)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 6:10)

  • ὑστάτην βίου ροπὴν αὐτοῖς ἐκείνην δόξαντες εἶναι τὸ τέλος τῆς ἀθλιωτάτης προσδοκίας, εἰς οἶκτον καὶ γόους τραπέντες κατεφίλουν ἀλλήλους περιπλεκόμενοι τοῖς συγγενέσιν ἐπὶ τοὺς τραχήλους ἐπιπίπτοντες, γονεῖς παισὶ καὶ μητέρες νεάνισιν, ἕτεραι δὲ νεογνὰ πρὸς μαστοὺς ἔχουσαι βρέφη τελευταῖον ἕλκοντα γάλα. (Septuagint, Liber Maccabees III 5:49)

    (70인역 성경, Liber Maccabees III 5:49)

  • ἀπὸ προσώπου λόγου ὠδινήσει μωρὸς ὡς ἀπὸ προσώπου βρέφους ἡ τίκτουσα. (Septuagint, Liber Sirach 19:11)

    (70인역 성경, Liber Sirach 19:11)

  • ἐλέγχεται δ ὅμως τῷ βρέφει: (Lucian, De Domo, (no name) 30:2)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 30:2)

  • Καλλίστην, ὦ Δωρί, κόρην εἶδον ἐς κιβωτὸν ὑπὸ τοῦ πατρὸς ἐμβληθεῖσαν, αὐτήν τε καὶ βρέφος αὐτῆς ἀρτιγέννητον: (Lucian, Dialogi Marini, doris and thetis, chapter 12)

    (루키아노스, Dialogi Marini, doris and thetis, chapter 12)

  • ἐκέλευσε δὲ ὁ πατὴρ τοὺς ναύτας ἀναλαβόντας τὸ κιβώτιον, ἐπειδὰν πολὺ ἀπὸ τῆς γῆς ἀποσπάσωσιν, ἀφεῖναι ἐς τὴν θάλατταν, ὡς ἀπόλοιτο ἡ ἀθλία, καὶ αὐτὴ καὶ τὸ βρέφος. (Lucian, Dialogi Marini, doris and thetis, chapter 13)

    (루키아노스, Dialogi Marini, doris and thetis, chapter 13)

  • Ὑπὲρ αὐτῆς μὲν ἐσίγα, ὦ Δωρί, καὶ ἔφερε τὴν καταδίκην, τὸ βρέφος δὲ παρῃτεῖτο μὴ ἀποθανεῖν δακρύουσα καὶ τῷ πάππῳ δεικνύουσα αὐτό, κάλλιστον ὄν: (Lucian, Dialogi Marini, doris and thetis, chapter 22)

    (루키아노스, Dialogi Marini, doris and thetis, chapter 22)

  • ἡ δ εὐανδρία διδακτός, εἴπερ καὶ βρέφος διδάσκεται λέγειν ἀκούειν θ ὧν μάθησιν οὐκ ἔχει. (Euripides, Suppliants, episode 1:14)

    (에우리피데스, Suppliants, episode 1:14)

  • ἢ διότι μὴ πώγωνα μηδὲ πολιὰς ἔφυσας, διὰ ταῦτα καὶ βρέφος ἀξιοῖς νομίζεσθαι γέρων καὶ πανοῦργος ὤν· (Lucian, Dialogi deorum, 1:4)

    (루키아노스, Dialogi deorum, 1:4)

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION