헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀσυλλόγιστος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀσυλλόγιστος ἀσυλλόγιστη ἀσυλλόγιστον

형태분석: ἀ (접두사) + συλλογιστ (어간) + ος (어미)

어원: sullogi/zomai

  1. not reasoning justly, unable to reason

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀσυλλόγιστος

(이)가

ἀσυλλόγίστη

(이)가

ἀσυλλόγιστον

(것)가

속격 ἀσυλλογίστου

(이)의

ἀσυλλόγίστης

(이)의

ἀσυλλογίστου

(것)의

여격 ἀσυλλογίστῳ

(이)에게

ἀσυλλόγίστῃ

(이)에게

ἀσυλλογίστῳ

(것)에게

대격 ἀσυλλόγιστον

(이)를

ἀσυλλόγίστην

(이)를

ἀσυλλόγιστον

(것)를

호격 ἀσυλλόγιστε

(이)야

ἀσυλλόγίστη

(이)야

ἀσυλλόγιστον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀσυλλογίστω

(이)들이

ἀσυλλόγίστᾱ

(이)들이

ἀσυλλογίστω

(것)들이

속/여 ἀσυλλογίστοιν

(이)들의

ἀσυλλόγίσταιν

(이)들의

ἀσυλλογίστοιν

(것)들의

복수주격 ἀσυλλόγιστοι

(이)들이

ἀσυλλό́γισται

(이)들이

ἀσυλλόγιστα

(것)들이

속격 ἀσυλλογίστων

(이)들의

ἀσυλλόγιστῶν

(이)들의

ἀσυλλογίστων

(것)들의

여격 ἀσυλλογίστοις

(이)들에게

ἀσυλλόγίσταις

(이)들에게

ἀσυλλογίστοις

(것)들에게

대격 ἀσυλλογίστους

(이)들을

ἀσυλλόγίστᾱς

(이)들을

ἀσυλλόγιστα

(것)들을

호격 ἀσυλλόγιστοι

(이)들아

ἀσυλλό́γισται

(이)들아

ἀσυλλόγιστα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐνδέχεται δὲ συλλογίζεσθαι καὶ συνάγειν τὰ μὲν ἐκ συλλελογισμένων πρότερον, τὰ δ’ ἐξ ἀσυλλογίστων μέν, δεομένων δὲ συλλογισμοῦ διὰ τὸ μὴ εἶναι ἔνδοξα, ἀνάγκη δὲ τούτων τὸ μὲν μὴ εἶναι εὐεπακολούθητον διὰ τὸ μῆκοσ ὁ γὰρ κριτὴσ ὑπόκειται εἶναι ἁπλοῦσ, τὰ δὲ μὴ πιθανὰ διὰ τὸ μὴ ἐξ ὁμολογουμένων εἶναι μηδ’ ἐνδόξων, ὥστ’ ἀναγκαῖον τό τε ἐνθύμημα εἶναι καὶ τὸ παράδειγμα περί τε τῶν ἐνδεχομένων ὡσ τὰ πολλὰ ἔχειν ἄλλωσ, τὸ μὲν παράδειγμα ἐπαγωγὴν τὸ δ’ ἐνθύμημα συλλογισμόν, καὶ ἐξ ὀλίγων τε καὶ πολλάκισ ἐλαττόνων ἢ ἐξ ὧν ὁ πρῶτοσ συλλογισμόσ· (Aristotle, Rhetoric, Book 1, chapter 2 13:1)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 1, chapter 2 13:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION