Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀμφίκλυστος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἀμφίκλυστος

Structure: ἀμφικλυστ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: klu/zw

Sense

  1. washed on both sides by the waves

Examples

  • ἐνταῦθα δέ που καὶ τὸ μαντεῖον τοῦ Μενεσθέωσ ἐστί, καὶ ὁ τοῦ Καιπίωνοσ ἵδρυται πύργοσ ἐπὶ πέτρασ ἀμφικλύστου, θαυμασίωσ κατεσκευασμένοσ, ὥσπερ ὁ Φάροσ, τῆσ τῶν πλοϊζομένων σωτηρίασ χάριν. (Strabo, Geography, book 3, chapter 1 18:5)
  • ἐπὶ πλείουσ γοῦν ἢ ἑξήκοντα σταδίουσ ἀμφικλύστου τῆσ ᾐόνοσ οὔσησ τῇ θαλάττῃ καὶ τοῖσ ποταμοῖσ, ἅπαν εἶναι μέροσ αὐτῆσ ἀπροσπέλαστον, τὴν δὲ χοῦν καὶ μέχρι πεντακοσίων παρήκειν σταδίων θινώδη ποιοῦσαν τὸν αἰγιαλόν. (Strabo, Geography, Book 11, chapter 4 3:5)

Synonyms

  1. washed on both sides by the waves

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION