- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀκοίμητος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: akoimētos 고전 발음: [아꼬메:또] 신약 발음: [아뀌메또]

기본형: ἀκοίμητος ἀκοίμητη ἀκοίμητον

형태분석: ἀκοιμητ (어간) + ος (어미)

어원: κοιμάω

  1. sleepless

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀκοίμητος

(이)가

ἀκοίμήτη

(이)가

ἀκοίμητον

(것)가

속격 ἀκοιμήτου

(이)의

ἀκοίμήτης

(이)의

ἀκοιμήτου

(것)의

여격 ἀκοιμήτῳ

(이)에게

ἀκοίμήτῃ

(이)에게

ἀκοιμήτῳ

(것)에게

대격 ἀκοίμητον

(이)를

ἀκοίμήτην

(이)를

ἀκοίμητον

(것)를

호격 ἀκοίμητε

(이)야

ἀκοίμήτη

(이)야

ἀκοίμητον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀκοιμήτω

(이)들이

ἀκοίμήτα

(이)들이

ἀκοιμήτω

(것)들이

속/여 ἀκοιμήτοιν

(이)들의

ἀκοίμήταιν

(이)들의

ἀκοιμήτοιν

(것)들의

복수주격 ἀκοίμητοι

(이)들이

ἀκοίμηται

(이)들이

ἀκοίμητα

(것)들이

속격 ἀκοιμήτων

(이)들의

ἀκοίμητῶν

(이)들의

ἀκοιμήτων

(것)들의

여격 ἀκοιμήτοις

(이)들에게

ἀκοίμήταις

(이)들에게

ἀκοιμήτοις

(것)들에게

대격 ἀκοιμήτους

(이)들을

ἀκοίμήτας

(이)들을

ἀκοίμητα

(것)들을

호격 ἀκοίμητοι

(이)들아

ἀκοίμηται

(이)들아

ἀκοίμητα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὑπὲρ ὑγίειαν καὶ εὐμορφίαν ἠγάπησα αὐτὴν καὶ προειλόμην αὐτὴν ἀντὶ φωτὸς ἔχειν, ὅτι ἀκοίμητον τὸ ἐκ ταύτης φέγγος. (Septuagint, Liber Sapientiae 7:10)

    (70인역 성경, 지혜서 7:10)

  • τὰ δ ἄλλα τῆς ὕλης μόρια θερμότητος ἐπιλιπούσης ἀργὰ κείμενα καὶ νεκροῖς ἐοικότα ποθεῖ τὴν τοῦ πυρὸς δύναμιν, ὡς ψυχήν, καὶ προσελθούσης ἁμῶς γέ πως ἐπὶ τὸ δρᾶν τι καὶ πάσχειν τρέπεται, τοῦτ οὖν ἅτε δὴ περιττὸν ἄνδρα τὸν Νομᾶν καὶ λόγον ἔχοντα ταῖς Μούσαις συνεῖναι διὰ σοφίαν ἐξοσιῶσαι καὶ φρουρεῖν ἀκοίμητον ἐν εἰκόνι τῆς τὰ πάντα κοσμούσης ἀιδίου δυνάμεως, οἱ δὲ τὸ μὲν πῦρ, ὥσπερ παρ Ἕλλησι, πρὸ ἱερῶν αἴθεσθαι καθάρσιον, ἄλλα δὲ τὰ ἐντὸς ἀθέατα κρύπτεσθαι πᾶσι, πλὴν ταύταις ταῖς παρθένοις, ἃς Ἑστιάδας ἐπονομάζουσι: (Plutarch, Camillus, chapter 20 4:2)

    (플루타르코스, Camillus, chapter 20 4:2)

  • αἰαῖ αἰαῖ, τῆς πολυτέκνου Τηθύος ἔκγονα, τοῦ περὶ πᾶσάν θ εἱλισσομένου χθόν ἀκοιμήτῳ ῥεύματι παῖδες πατρὸς, Ὠκεανοῦ, δέρχθητ, ἐσίδεσθ οἱῴ δεσμῷ, προσπορπατὸς τῆσδε φάραγγος σκοπέλοις ἐν ἄκροις φρουρὰν ἄζηλον ὀχήσω. (Aeschylus, Prometheus Bound, choral, anapests1)

    (아이스킬로스, 결박된 프로메테우스, choral, anapests1)

  • ὅθεν ὡς ἀκοιμήτου καὶ ἀύπνου διὰ παντὸς ἀνεῳγμένον ἦν τὸ ἱερὸν αὐτῆς. (Plutarch, Quaestiones Romanae, section 46 2:2)

    (플루타르코스, Quaestiones Romanae, section 46 2:2)

  • ὅθεν ὡς ἀκοιμήτου καὶ ἀύπνου διὰ παντὸς ἀνεῳγμένον ἦν τὸ ἱερὸν αὐτῆς. (Plutarch, Quaestiones Romanae, section 46 4:1)

    (플루타르코스, Quaestiones Romanae, section 46 4:1)

유의어

  1. sleepless

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION