헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Ἀρμένιος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Ἀρμένιος Ἀρμενίᾱ Ἀρμένιον

형태분석: Ἀρμενι (어간) + ος (어미)

  1. Armenian

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 Ἀρμένιος

(이)가

Ἀρμενίᾱ

(이)가

Ἀρμένιον

(것)가

속격 Ἀρμενίου

(이)의

Ἀρμενίᾱς

(이)의

Ἀρμενίου

(것)의

여격 Ἀρμενίῳ

(이)에게

Ἀρμενίᾱͅ

(이)에게

Ἀρμενίῳ

(것)에게

대격 Ἀρμένιον

(이)를

Ἀρμενίᾱν

(이)를

Ἀρμένιον

(것)를

호격 Ἀρμένιε

(이)야

Ἀρμενίᾱ

(이)야

Ἀρμένιον

(것)야

쌍수주/대/호 Ἀρμενίω

(이)들이

Ἀρμενίᾱ

(이)들이

Ἀρμενίω

(것)들이

속/여 Ἀρμενίοιν

(이)들의

Ἀρμενίαιν

(이)들의

Ἀρμενίοιν

(것)들의

복수주격 Ἀρμένιοι

(이)들이

Ἀρμενίαι

(이)들이

Ἀρμένια

(것)들이

속격 Ἀρμενίων

(이)들의

Ἀρμενιῶν

(이)들의

Ἀρμενίων

(것)들의

여격 Ἀρμενίοις

(이)들에게

Ἀρμενίαις

(이)들에게

Ἀρμενίοις

(것)들에게

대격 Ἀρμενίους

(이)들을

Ἀρμενίᾱς

(이)들을

Ἀρμένια

(것)들을

호격 Ἀρμένιοι

(이)들아

Ἀρμενίαι

(이)들아

Ἀρμένια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Πάρθουσ Ἀρμενίουσ τε θοῷ ὑπὸ δουρὶ δαμάσσασ νοστήσεισ Ῥώμην καὶ Θύβριδοσ ἀγλαὸν ὕδωρ στέμμα φέρων κροτάφοισι μεμιγμένον ἀκτίνεσσιν. (Lucian, Alexander, (no name) 27:3)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 27:3)

  • μὴ σὺ γ’ ἐπ’ Ἀρμενίουσ ἐλάαν στρατόν, οὐ γὰρ ἄμεινον, μή σοι θηλυχίτων τισ ἀνὴρ τόξου ἄπο λυγρὸν πότμον ἐπιπροϊεὶσ παύσῃ βιότοιο φάουσ τε. (Lucian, Alexander, (no name) 27:5)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 27:5)

  • σὺ δὲ ἐοίκασ ἐπὶ Ἀρμενίουσ καὶ Παρθυαίουσ ἐλάσειν μάχιμα φῦλα καὶ τὴν τοξικὴν εὔστοχα. (Lucian, 56:3)

    (루키아노스, 56:3)

  • καὶ Ἀρμενίουσ καταγωνιζόμενοσ ὑποφεύγοντασ πρὶν διώκειν τινὰ καὶ τῷ τολμήσαντι παραδιδόντασ εὐθὺσ τὴν νίκην. (Lucian, Dialogi mortuorum, 6:1)

    (루키아노스, Dialogi mortuorum, 6:1)

  • οὔτε γὰρ Ἑλλήνων Κίμωνοσ οὔτε Ῥωμαίων Λουκούλλου πρότεροσ οὐδεὶσ οὕτω μακρὰν πολεμῶν προῆλθεν, ἔξω λόγου τιθεμένων τῶν καθ’ Ἡρακλέα καὶ Διόνυσον, εἴ τέ τι Περσέωσ πρὸσ Αἰθίοπασ ἢ Μήδουσ καὶ Ἀρμενίουσ ἢ Ιἄσονοσ ἔργον ἀξιόπιστον ἐκ τῶν τότε χρόνων μνήμῃ φερόμενον εἰσ τοὺσ νῦν ἀφῖκται. (Plutarch, , chapter 3 2:1)

    (플루타르코스, , chapter 3 2:1)

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION