헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Ἀργεῖος

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Ἀργεῖος Ἀργείου

형태분석: Ἀργει (어간) + ος (어미)

  1. an inhabitant of Argos; an Argive

곡용 정보

2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐκ οἶσθα δορὸσ πέλασ Ἀργείου νυχίαν ἡμᾶσ κοίταν πανόπλουσ κατέχοντασ; (Euripides, Rhesus, choral, anapests20)

    (에우리피데스, Rhesus, choral, anapests20)

  • ἣ νῦν καπνοῦται καὶ πρὸσ Ἀργείου δορὸσ ὄλωλε πορθηθεῖσ’· (Euripides, The Trojan Women, episode 1:3)

    (에우리피데스, The Trojan Women, episode 1:3)

  • οἴμοι, τέκνον, ὡσ οὐχ ὑπ’ αἰχμῆσ <σ’> οὐδ’ ὑπ’ Ἀργείου δορὸσ γάμουσ γαμεῖσθαι τούσδ’ ἐδόξαζόν ποτε. (Euripides, The Trojan Women, episode, iambic 1:3)

    (에우리피데스, The Trojan Women, episode, iambic 1:3)

  • ἦλθον δὲ πρὸσ κίνδυνον Ἀργείου δορόσ; (Euripides, Phoenissae, episode14)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode14)

  • ἐπεὶ Κρέοντοσ παῖσ ὁ γῆσ ὑπερθανὼν πύργων ἐπ’ ἄκρων στὰσ μελάνδετον ξίφοσ λαιμῶν διῆκε τῇδε γῇ σωτήριον, λόχουσ ἔνειμεν ἑπτὰ καὶ λοχαγέτασ πύλασ ἐφ’ ἑπτά, φύλακασ Ἀργείου δορόσ, σὸσ παῖσ, ἐφέδρουσ <δ’> ἱππότασ μὲν ἱππόταισ ἔταξ’, ὁπλίτασ δ’ ἀσπιδηφόροισ ἔπι, ὡσ τῷ νοσοῦντι τειχέων εἰή δορὸσ ἀλκὴ δι’ ὀλίγου. (Euripides, Phoenissae, episode23)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode23)

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION