헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μετεντίθημι

-μι 무어간모음 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μετεντίθημι

형태분석: μετ (접두사) + ἐν (접두사) + τίθε̄ (어간) + μι (인칭어미)

  1. 넘어가다, 격하게 움직이다, 선동하다
  1. to put into another place, to shift

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μετεντῖθημι

(나는) 넘어간다

μετεντῖθης

(너는) 넘어간다

μετεντῖθησιν*

(그는) 넘어간다

쌍수 μετεντίθετον

(너희 둘은) 넘어간다

μετεντίθετον

(그 둘은) 넘어간다

복수 μετεντίθεμεν

(우리는) 넘어간다

μετεντίθετε

(너희는) 넘어간다

μετεντιθέᾱσιν*

(그들은) 넘어간다

접속법단수 μετεντίθω

(나는) 넘어가자

μετεντίθῃς

(너는) 넘어가자

μετεντίθῃ

(그는) 넘어가자

쌍수 μετεντίθητον

(너희 둘은) 넘어가자

μετεντίθητον

(그 둘은) 넘어가자

복수 μετεντίθωμεν

(우리는) 넘어가자

μετεντίθητε

(너희는) 넘어가자

μετεντίθωσιν*

(그들은) 넘어가자

기원법단수 μετεντιθεῖην

(나는) 넘어가기를 (바라다)

μετεντιθεῖης

(너는) 넘어가기를 (바라다)

μετεντιθεῖη

(그는) 넘어가기를 (바라다)

쌍수 μετεντιθεῖητον

(너희 둘은) 넘어가기를 (바라다)

μετεντιθείητην

(그 둘은) 넘어가기를 (바라다)

복수 μετεντιθεῖημεν

(우리는) 넘어가기를 (바라다)

μετεντιθεῖητε

(너희는) 넘어가기를 (바라다)

μετεντιθεῖησαν

(그들은) 넘어가기를 (바라다)

명령법단수 μετεντῖθει

(너는) 넘어가라

μετεντιθέτω

(그는) 넘어가라

쌍수 μετεντίθετον

(너희 둘은) 넘어가라

μετεντιθέτων

(그 둘은) 넘어가라

복수 μετεντίθετε

(너희는) 넘어가라

μετεντιθέντων

(그들은) 넘어가라

부정사 μετεντιθέναι

넘어가는 것

분사 남성여성중성
μετεντιθεις

μετεντιθεντος

μετεντιθεισα

μετεντιθεισης

μετεντιθεν

μετεντιθεντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μετεντίθεμαι

(나는) 넘어가여진다

μετεντίθεσαι

(너는) 넘어가여진다

μετεντίθεται

(그는) 넘어가여진다

쌍수 μετεντίθεσθον

(너희 둘은) 넘어가여진다

μετεντίθεσθον

(그 둘은) 넘어가여진다

복수 μετεντιθέμεθα

(우리는) 넘어가여진다

μετεντίθεσθε

(너희는) 넘어가여진다

μετεντίθενται

(그들은) 넘어가여진다

접속법단수 μετεντίθωμαι

(나는) 넘어가여지자

μετεντίθῃ

(너는) 넘어가여지자

μετεντίθηται

(그는) 넘어가여지자

쌍수 μετεντίθησθον

(너희 둘은) 넘어가여지자

μετεντίθησθον

(그 둘은) 넘어가여지자

복수 μετεντιθώμεθα

(우리는) 넘어가여지자

μετεντίθησθε

(너희는) 넘어가여지자

μετεντίθωνται

(그들은) 넘어가여지자

기원법단수 μετεντιθεῖμην

(나는) 넘어가여지기를 (바라다)

μετεντίθειο

(너는) 넘어가여지기를 (바라다)

μετεντίθειτο

(그는) 넘어가여지기를 (바라다)

쌍수 μετεντίθεισθον

(너희 둘은) 넘어가여지기를 (바라다)

μετεντιθεῖσθην

(그 둘은) 넘어가여지기를 (바라다)

복수 μετεντιθεῖμεθα

(우리는) 넘어가여지기를 (바라다)

μετεντίθεισθε

(너희는) 넘어가여지기를 (바라다)

μετεντίθειντο

(그들은) 넘어가여지기를 (바라다)

명령법단수 μετεντίθεσο

(너는) 넘어가여져라

μετεντιθέσθω

(그는) 넘어가여져라

쌍수 μετεντίθεσθον

(너희 둘은) 넘어가여져라

μετεντιθέσθων

(그 둘은) 넘어가여져라

복수 μετεντίθεσθε

(너희는) 넘어가여져라

μετεντιθέσθων

(그들은) 넘어가여져라

부정사 μετεντίθεσθαι

넘어가여지는 것

분사 남성여성중성
μετεντιθεμενος

μετεντιθεμενου

μετεντιθεμενη

μετεντιθεμενης

μετεντιθεμενον

μετεντιθεμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μετενετῖθην

(나는) 넘어가고 있었다

μετενετῖθης

(너는) 넘어가고 있었다

μετενετῖθην*

(그는) 넘어가고 있었다

쌍수 μετενετίθετον

(너희 둘은) 넘어가고 있었다

μετενετιθέτην

(그 둘은) 넘어가고 있었다

복수 μετενετίθεμεν

(우리는) 넘어가고 있었다

μετενετίθετε

(너희는) 넘어가고 있었다

μετενετίθεσαν

(그들은) 넘어가고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μετενετιθέμην

(나는) 넘어가여지고 있었다

μετενετίθου, μετενετίθεσο

(너는) 넘어가여지고 있었다

μετενετίθετο

(그는) 넘어가여지고 있었다

쌍수 μετενετίθεσθον

(너희 둘은) 넘어가여지고 있었다

μετενετιθέσθην

(그 둘은) 넘어가여지고 있었다

복수 μετενετιθέμεθα

(우리는) 넘어가여지고 있었다

μετενετίθεσθε

(너희는) 넘어가여지고 있었다

μετενετίθεντο

(그들은) 넘어가여지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. 넘어가다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION