- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χοίρειος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: choireios 고전 발음: [] 신약 발음: [퀴리오]

기본형: χοίρειος χοίρεια χοίρειον

형태분석: χοιρει (어간) + ος (어미)

어원: χοῖρος

  1. of a swine, pig's-

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 χοίρειος

(이)가

χοιρεία

(이)가

χοίρειον

(것)가

속격 χοιρείου

(이)의

χοιρείας

(이)의

χοιρείου

(것)의

여격 χοιρείῳ

(이)에게

χοιρείᾳ

(이)에게

χοιρείῳ

(것)에게

대격 χοίρειον

(이)를

χοιρείαν

(이)를

χοίρειον

(것)를

호격 χοίρειε

(이)야

χοιρεία

(이)야

χοίρειον

(것)야

쌍수주/대/호 χοιρείω

(이)들이

χοιρεία

(이)들이

χοιρείω

(것)들이

속/여 χοιρείοιν

(이)들의

χοιρείαιν

(이)들의

χοιρείοιν

(것)들의

복수주격 χοίρειοι

(이)들이

χοίρειαι

(이)들이

χοίρεια

(것)들이

속격 χοιρείων

(이)들의

χοιρειῶν

(이)들의

χοιρείων

(것)들의

여격 χοιρείοις

(이)들에게

χοιρείαις

(이)들에게

χοιρείοις

(것)들에게

대격 χοιρείους

(이)들을

χοιρείας

(이)들을

χοίρεια

(것)들을

호격 χοίρειοι

(이)들아

χοίρειαι

(이)들아

χοίρεια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "ἔπειτα ἑκάστῳ παρατίθεται ἄρτος καθαρὸς εἰς πλάτος πεποιημένος, ἐφ ᾧ ἐπίκειται ἄρτος ἕτερος, ὃν κριβανίτην καλοῦσι, καὶ κρέας ὑειόν καὶ λεκάριον πτισάνης ἢ λαχάνου τοῦ κατὰ καιρὸν γινομένου ᾠά τε δύο καὶ τυροῦ τροφαλὶς σῦκά τε ξηρὰ καὶ πλακοῦς καὶ στέφανος, καὶ ὃς ἂν ἔξω τι τούτων ἱεροποιὸς παρασκευάσῃ ὑπὸ τῶν τιμούχων ζημιοῦται, ἀλλὰ μὴν οὐδὲ τοῖς σιτουμένοις ἐν πρυτανείῳ ἔξωθεν προσεισφέρειν τι βρώσιμον ἔξεστι, μόνα δὲ ταῦτα καταναλίσκουσι, τὰ ὑπολειπόμενα τοῖς οἰκέταις μεταδιδόντες, ταῖς δ ἄλλαις ἡμέραις πάσαις τοῦ ἐνιαυτοῦ ἔξεστι τῶν σιτουμένων τῷ βουλομένῳ ἀνελθόντι εἰς τὸ πρυτανεῖον δειπνεῖν, οἴκοθεν παρασκευάσαντα αὑτῷ λάχανόν τι ἢ τῶν ὀσπρίων καὶ τάριχος ἢ ἰχθύν, κρέως δὲ χοιρείου βραχύτατον, καὶ τούτων μεταλαμβάνων. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 325)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 325)

  • "θρίδακας πλύνας ξέσον καὶ ἐμβαλὼν οἶνον εἰς θυίαν τρῖβε τὰς θρίδακας, εἶτα τὸν χυλὸν ἐκπιέσας σελίγνιον συμφύρασον αὐτῷ καὶ συμπεσεῖν ἐάσας μετ ὀλίγον τρῖψον εὐτόνως, προσβαλὼν ὀλίγον στέατος χοιρείου καὶ πέπερι, καὶ πάλιν τρίψας ἕλκυσον λάγανον καὶ λειάνας ἐκτεμὼν κατάτεμνε καὶ ἕψε εἰς ἔλαιον θερμότατον εἰς ἠθμὸν βαλὼν τὰ κατακεκομμένα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 5718)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 5718)

  • Κράμβην Ἀρτεμίδωρος, Ἀρίσταρχος δὲ τάριχον, βολβίσκους δ ἡμῖν δῶκεν Ἀθηναγόρας, ἡπάτιον Φιλόδημος, Ἀπολλοφάνης δὲ δύο μνᾶς χοιρείου, καὶ τρεῖς ἦσαν ἀπ ἐχθὲς ἔτι. (Unknown, Greek Anthology, Volume IV, book 11, chapter 351)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume IV, book 11, chapter 351)

  • αὕτη ἐστὶν ἡ Ιοὐδαίων καὶ Σύρων καὶ Αἰγυπτίων καὶ Ῥωμαίων μάχη, οὐ περὶ τοῦ ὅτι τὸ ὅσιον πάντων προτιμητέον καὶ ἐν παντὶ μεταδιωκτέον, ἀλλὰ πότερόν ἐστιν ὅσιον τοῦτο τὸ χοιρείου φαγεῖν ἢ ἀνόσιον. (Epictetus, Works, book 1, 4:1)

    (에픽테토스, Works, book 1, 4:1)

유의어

  1. of a swine

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION