헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χάσμα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: χάσμα χάσματος

형태분석: χασματ (어간)

  1. 구멍, 굳, 구무, 구덩이
  2. 공간, 터, 칸
  1. hollow, chasm, gulf
  2. open mouth
  3. space, expanse

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 χάσμα

구멍이

χάσματε

구멍들이

χάσματα

구멍들이

속격 χάσματος

구멍의

χασμάτοιν

구멍들의

χασμάτων

구멍들의

여격 χάσματι

구멍에게

χασμάτοιν

구멍들에게

χάσμασιν*

구멍들에게

대격 χάσμα

구멍을

χάσματε

구멍들을

χάσματα

구멍들을

호격 χάσμα

구멍아

χάσματε

구멍들아

χάσματα

구멍들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὗ σῳζόμεσθα ‐ Ταρτάρου γὰρ ὤφελεν ἐλθεῖν Κιθαιρὼν εἰσ ἄβυσσα χάσματα, ὅσ μ’ οὐ διώλεσ’, ἀλλὰ . (Euripides, Phoenissae, episode, iambic 1:16)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode, iambic 1:16)

  • Αἵδου τινὲσ ἀνοίγονται πύλαι βαθεῖαι, καὶ ποταμοὶ πυρὸσ ὁμοῦ καὶ Στυγὸσ ἀπορρῶγεσ ἀνακεράννυνται , καὶ σκότοσ ἐμπίπλαται πολυφαντάστων εἰδώλων τινῶν χαλεπὰσ μὲν ὄψεισ οἰκτρὰσ δὲ φωνὰσ ἐπιφερόντων, δικασταὶ δὲ καὶ κολασταὶ καὶ χάσματα καὶ μυχοὶ μυρίων κακῶν γέμοντεσ. (Plutarch, De superstitione, section 4 12:1)

    (플루타르코스, De superstitione, section 4 12:1)

  • "οὐ γὰρ Ἐπίκουροσ ἄλλῳ τινὶ τῆσ ἀδικίασ οἰέται δεῖν ἀπείργειν ἢ φόβῳ κολάσεων, ὥστε καὶ προσεμφορητέον ἐκείνοισ τῆσ δεισιδαιμονίασ καὶ κινητέον ἐπ’ αὐτοὺσ ἅμα τὰ ἐξ οὐρανοῦ καὶ γῆσ δείματα καὶ χάσματα καὶ φόβουσ καὶ ὑπονοίασ, εἰ μέλλουσιν ἐκπλαγέντεσ ὑπὸ τούτων ἐπιεικέστερον ἔχειν καὶ πραότερον. (Plutarch, Non posse suaviter vivi secundum Epicurum, section 256)

    (플루타르코스, Non posse suaviter vivi secundum Epicurum, section 256)

  • κατὰ τυμβωρύχων τὸν τύμβοιο τόσου ληίστορα, ὃν πέρι πάντῃ λάων τετραπέδων ἀμφιθέει στέφανοσ, ἄξιον αὐτίκ’ ἐήν, αὐτῷ ἐνὶ σήματι θέντασ αὖθισ ἐπικλεῖσαι χάσματα δυσσεβέι. (Unknown, Greek Anthology, Volume II, book 8, chapter 1791)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume II, book 8, chapter 1791)

  • μετὰ πολλῶν, καὶ ἀφικνεῖσθαι σφᾶσ εἰσ τόπον τινὰ δαιμόνιον, ἐν ᾧ τῆσ τε γῆσ δύ’ εἶναι χάσματα ἐχομένω ἀλλήλοιν καὶ τοῦ οὐρανοῦ αὖ ἐν τῷ ἄνω ἄλλα καταντικρύ. (Plato, Republic, book 10 431:1)

    (플라톤, Republic, book 10 431:1)

유의어

  1. open mouth

  2. 공간

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION