헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τελείωσις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: τελείωσις

형태분석: τελειωσι (어간) + ς (어미)

어원: teleio/w

  1. 성취, 달성, 업적
  1. accomplishment, fulfilment

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 τελείωσις

성취가

τελειώσει

성취들이

τελειώσεις

성취들이

속격 τελειώσεως

성취의

τελειώσοιν

성취들의

τελειώσεων

성취들의

여격 τελειώσει

성취에게

τελειώσοιν

성취들에게

τελειώσεσιν*

성취들에게

대격 τελείωσιν

성취를

τελειώσει

성취들을

τελειώσεις

성취들을

호격 τελείωσι

성취야

τελειώσει

성취들아

τελειώσεις

성취들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ εἶπε πρὸσ αὐτούσ. ἐπιτάξατε ἀνοῖξαί μοι τὴν πύλην τῆσ πόλεωσ, καὶ ἐξελεύσομαι εἰσ τελείωσιν τῶν λόγων, ὧν ἐλαλήσατε μετ̓ ἐμοῦ. καὶ συνέταξαν τοῖσ νεανίσκοισ ἀνοῖξαι αὐτῇ καθότι ἐλάλησε. (Septuagint, Liber Iudith 10:9)

    (70인역 성경, 유딧기 10:9)

유의어

  1. 성취

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION