- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

στροφή?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: strophē 고전 발음: [로페:] 신약 발음: [로페]

기본형: στροφή στροφῆς

형태분석: στροφ (어간) + η (어미)

어원: στρέφω

  1. 갈이틀, 선반 세공
  2. 꼬임, 감기
  1. turning
  2. revolving
  3. twisting

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 στροφή

갈이틀이

στροφά

갈이틀들이

στροφαί

갈이틀들이

속격 στροφῆς

갈이틀의

στροφαῖν

갈이틀들의

στροφῶν

갈이틀들의

여격 στροφῇ

갈이틀에게

στροφαῖν

갈이틀들에게

στροφαῖς

갈이틀들에게

대격 στροφήν

갈이틀을

στροφά

갈이틀들을

στροφάς

갈이틀들을

호격 στροφή

갈이틀아

στροφά

갈이틀들아

στροφαί

갈이틀들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • δέξασθαί τε στροφὰς λόγων νοῆσαί τε δικαιοσύνην ἀληθῆ καὶ κρίμα κατευθύνειν, (Septuagint, Liber Proverbiorum 1:3)

    (70인역 성경, 잠언 1:3)

  • εἰ δὲ καὶ πολυπειρίαν ποθεῖ τις, οἶδε τὰ ἀρχαῖα καὶ τὰ μέλλοντα εἰκάζειν, ἐπίσταται στροφὰς λόγων καὶ λύσεις αἰνιγμάτων, σημεῖα καὶ τέρατα προγινώσκει καὶ ἐκβάσεις καιρῶν καὶ χρόνων. (Septuagint, Liber Sapientiae 8:8)

    (70인역 성경, 지혜서 8:8)

  • τὴν μὲν οὖν γε σύντονον κίνησιν τῆς ὀρχηστικῆς καὶ στροφὰς αὐτῆς καὶ περιαγωγὰς καὶ πηδήματα καὶ ὑπτιασμοὺς τοῖς μὲν ἄλλοις τερπνὰ εἶναι συμβέβηκεν ὁρῶσιν, τοῖς δὲ ἐνεργοῦσιν αὐτοῖς ὑγιεινότατα: (Lucian, De saltatione, (no name) 71:3)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 71:3)

  • χειμῶνος οὖν ὄντος κατακάμπτειν τὰς στροφὰς οὐ ῥᾴδιον, ἢν μὴ προίῃ θύρασι πρὸς τὸν ἥλιον. (Aristophanes, Thesmophoriazusae, Prologue, iambics6)

    (아리스토파네스, Thesmophoriazusae, Prologue, iambics6)

  • οὐδέ γε τοὺς περιέχοντας ὅλας τὰς στροφὰς ῥυθμοὺς καὶ τὰς ἀντιστρόφους, ἀλλὰ δεῖ καὶ τούτους τοὺς αὐτοὺς διαμένειν: (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 199)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 199)

유의어

  1. 갈이틀

  2. revolving

  3. 꼬임

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION