Ancient Greek-English Dictionary Language

στίχος

Second declension Noun; Masculine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: στίχος στίχου

Structure: στιχ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: stei/xw

Sense

  1. a row or file of soldiers
  2. a line of poetry, a verse

Declension

Second declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • εἴ που κάλλιστον ὁρ́μον εἶδεσ ἐκ τῶν στιλπνοτάτων καὶ ἰσομεγεθῶν μαργαριτῶν, οὕτωσ ἐπὶ στίχου ἐπεφύκεσαν ἐκοσμοῦντο δὲ μάλιστα τῷ τῶν χειλῶν ἐρυθήματι. (Lucian, Imagines, (no name) 9:9)
  • γίγνεται δὲ εἰ τῷ τοῦ πρώτου στίχου λοχαγῷ ὁ τοῦ δευτέρου λοχαγὸσ ἐπισταθείη, τῷ δὲ τούτου ἐπιστάτῃ ὁ τοῦ δευτέρου λοχαγοῦ ἐπιστάτησ, καὶ ἐφεξῆσ οὕτωσ. (Arrian, chapter 7 2:2)
  • Δημήτριοσ δ’ ὁ Φαληρεὺσ ἐπαρίστερον τὴν τοῦ στίχου παράληψιν ἐπειπὼν καὶ τῆσ ποιήσεωσ ἀλλότριον,3 τὸν ᾔδεε γὰρ κατὰ θυμὸν ἀδελφεὸν ὡσ ἐπονεῖτο μικρολογίαν ἐμβάλλειν τοῖσ ἤθεσιν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 4 3:2)
  • αὐτίκα ὁ κατὰ Ἀριστοκράτουσ λόγοσ οὗ καὶ μικρῷ πρότερον ἐμνήσθην ἄρχεται μὲν ἀπὸ κωμικοῦ στίχου τετραμέτρου ἐξ ἀναπαίστων ῥυθμῶν συγκειμένου, λείπεται δὲ ποδὶ τοῦ τελείου, παρ’ ὃ καὶ λέληθεν· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 2527)
  • τὰ μὲν πρότερα μείζονα στίχου, τοῦτο δὲ ἔλαττον. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 2632)

Synonyms

  1. a row or file of soldiers

  2. a line of poetry

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION