- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σκόροδον?

명사; 자동번역 로마알파벳 전사: skorodon 고전 발음: [꼬로돈] 신약 발음: [꼬로돈]

기본형: σκόροδον

  1. 마늘
  1. garlic

예문

  • κεἴ που σίκυον ἴδοιεν ἢ λαγῴδιον ἢ χοιρίδιον ἢ σκόροδον ἢ χόνδρους ἅλας, ταῦτ ἦν Μεγαρικὰ κἀπέπρατ αὐθημερόν. (Aristophanes, Acharnians, Lyric-Scene, iambics 1:13)

    (아리스토파네스, Acharnians, Lyric-Scene, iambics 1:13)

  • ποῦ τὸ σκόροδον τὸ χθιζινόν· (Aristophanes, Frogs, Agon, Pnigos7)

    (아리스토파네스, Frogs, Agon, Pnigos7)

  • Δοθιῆνι σκόροδον ἠμφιεσμένῳ. (Aristophanes, Wasps, Episode 1:4)

    (아리스토파네스, Wasps, Episode 1:4)

  • Διοκλῆς δ ὁ Καρύστιος ἐν πρώτῳ Ὑγιεινῶν φησιν ἑψανὰ ἄγρια εἶναι θρίδακα ταύτης κρατίστην τὴν μέλαιναν, κάρδαμον, κορίαννον, σίναπυ, κρόμμυον τούτου εἶδος ἀσκαλώνιον καὶ γήτειον, σκόροδον, φύσιγγες, σικυός, πέπων, μήκων, καὶ μετ ὀλίγα: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 78 1:7)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 78 1:7)

  • ἥκειν ἤδη καὶ μὴ μέλλειν τῷ τε μαγείρῳ μὴ λυμαίνεσθ, ὡς τῶν ὄψων ἑφθῶν ὄντων, ὀπτῶν ὄντων, ψυχρῶν ὄντων, καθ ἕκαστα λέγων βολβός, ἐλαία, σκόροδον, καυλός, κολοκύντη, ἔτνος, θρῖον, φυλλάς, θύννου τεμάχη, γλάνιδος, γαλεοῦ, ῥίνης, γόγγρου: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 67 2:11)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 67 2:11)

유의어

  1. 마늘

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION