- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σκέπαρνον?

2군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: skeparnon 고전 발음: [께빠] 신약 발음: [깨빠]

기본형: σκέπαρνον σκεπάρνου

형태분석: σκεπαρν (어간) + ον (어미)

어원: (어원이 불명확함.)

  1. 까께, 까뀌
  1. carpenter's axe, adze, for hewing and smoothing the trunks of trees

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 σκέπαρνον

까께가

σκεπάρνω

까께들이

σκέπαρνα

까께들이

속격 σκεπάρνου

까께의

σκεπάρνοιν

까께들의

σκεπάρνων

까께들의

여격 σκεπάρνῳ

까께에게

σκεπάρνοιν

까께들에게

σκεπάρνοις

까께들에게

대격 σκέπαρνον

까께를

σκεπάρνω

까께들을

σκέπαρνα

까께들을

호격 σκέπαρνον

까께야

σκεπάρνω

까께들아

σκέπαρνα

까께들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἡμῖν δὲ οὐδὲν ἀπολείπεις, ἀλλὰ μάτην θεοί ἐσμεν, οὔτε πρόνοιάν τινα εἰσφερόμενοι εἰς τὰ πράγματα οὔτε τῶν θυσιῶν ἄξιοι καθάπερ τρύπανα ὡς ἀληθῶς ἢ σκέπαρνα· (Lucian, Juppiter confuatus, (no name) 15:1)

    (루키아노스, Juppiter confuatus, (no name) 15:1)

  • ὥσπερ, οἶμαι, καὶ τὸ σκέπαρνον τῷ τέκτονι καὶ τὸ τρύπανον συνεργεῖ μέν τι πρὸς τὴν τέχνην, οὐδεὶς δ ἂν εἴποι ὡς ταῦτα ὁ τεχνίτης ἐστίν, οὐδ ἡ ναῦς ἔργον τοῦ σκεπάρνου ἢ τοῦ τρυπάνου, ἀλλὰ τοῦ ναυπηγοῦ: (Lucian, Juppiter confuatus, (no name) 11:6)

    (루키아노스, Juppiter confuatus, (no name) 11:6)

  • τέκτονος ἄρμενα ταῦτα Λεοντίχου, αἵ τε χαρακταὶ ῥῖναι, καὶ κάλων οἱ ταχινοὶ βορέες, στάθμαι καὶ μιλτεῖα, καὶ αἱ σχεδὸν ἀμφιπλῆγες σφῦραι, καὶ μίλτῳ φυρόμενοι κανόνες, αἳ τ ἀρίδες, ξυστήρ τε, καὶ ἐστελεωμένος οὗτος ἐμβριθής, τέχνας ὁ πρύτανις, πέλεκυς, τρύπανά τ εὐδίνητα, καὶ ὠκήεντα τέρετρα, καὶ γόμφων οὗτοι τοὶ πίσυρες τορέες, ἀμφίξουν τε σκέπαρνον: (Unknown, Greek Anthology, book 6, chapter 2051)

    (작자 미상, Greek Anthology, book 6, chapter 2051)

  • Εἰργασμένον δὲ ἀγαθῶς, καλῶς‧ καλῶς μὲν, ἁπλῶς, εὐκρινέως‧ ἢ ὅμοια καὶ ἴσα, ἴσως καὶ ὁμοίως‧ ἢ ἄνισα καὶ ἀνόμοια [, ἀνίσως καὶ ἀνομοίως]‧ τὰ δὲ εἴδεα, ἁπλοῦν, σκέπαρνον, σιμὸν, ὀφθαλμὸς, Ῥόμβος, καὶ ἡμίτομον‧ ἁρμόζον τὸ εἶδος τῷ εἴδει καὶ τῷ πάθει τοῦ ἐπιδεομένου. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., KAT' IHTREION., 7.3)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., KAT' IHTREION., 7.3)

  • δῶκε δ ἔπειτα σκέπαρνον ἐύξοον: (Homer, Odyssey, Book 5 24:5)

    (호메로스, 오디세이아, Book 5 24:5)

  • ὡς δ ὅτ ἀνὴρ χαλκεὺς πέλεκυν μέγαν ἠὲ σκέπαρνον εἰν ὕδατι ψυχρῷ βάπτῃ μεγάλα ἰάχοντα φαρμάσσων: (Homer, Odyssey, Book 9 38:12)

    (호메로스, 오디세이아, Book 9 38:12)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION