헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

θεωρητικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: θεωρητικός θεωρητική θεωρητικόν

형태분석: θεωρητικ (어간) + ος (어미)

  1. fond of contemplating, speculative

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 θεωρητικός

(이)가

θεωρητική

(이)가

θεωρητικόν

(것)가

속격 θεωρητικοῦ

(이)의

θεωρητικῆς

(이)의

θεωρητικοῦ

(것)의

여격 θεωρητικῷ

(이)에게

θεωρητικῇ

(이)에게

θεωρητικῷ

(것)에게

대격 θεωρητικόν

(이)를

θεωρητικήν

(이)를

θεωρητικόν

(것)를

호격 θεωρητικέ

(이)야

θεωρητική

(이)야

θεωρητικόν

(것)야

쌍수주/대/호 θεωρητικώ

(이)들이

θεωρητικᾱ́

(이)들이

θεωρητικώ

(것)들이

속/여 θεωρητικοῖν

(이)들의

θεωρητικαῖν

(이)들의

θεωρητικοῖν

(것)들의

복수주격 θεωρητικοί

(이)들이

θεωρητικαί

(이)들이

θεωρητικά

(것)들이

속격 θεωρητικῶν

(이)들의

θεωρητικῶν

(이)들의

θεωρητικῶν

(것)들의

여격 θεωρητικοῖς

(이)들에게

θεωρητικαῖς

(이)들에게

θεωρητικοῖς

(것)들에게

대격 θεωρητικούς

(이)들을

θεωρητικᾱ́ς

(이)들을

θεωρητικά

(것)들을

호격 θεωρητικοί

(이)들아

θεωρητικαί

(이)들아

θεωρητικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ταῦτα γὰρ πάντα θεωρητικά. (Pseudo-Plutarch, Placita Philosophorum, book 1, chapter 0 7:1)

    (위 플루타르코스, Placita Philosophorum, book 1, chapter 0 7:1)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION