헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πῶμα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πῶμα πώματος

형태분석: πωματ (어간)

어원: Of unknown origin.

  1. 덮개, 뚜껑, 눈꺼풀
  1. lid, cover

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πῶμα

덮개가

πώματε

덮개들이

πώματα

덮개들이

속격 πώματος

덮개의

πωμάτοιν

덮개들의

πωμάτων

덮개들의

여격 πώματι

덮개에게

πωμάτοιν

덮개들에게

πώμασιν*

덮개들에게

대격 πῶμα

덮개를

πώματε

덮개들을

πώματα

덮개들을

호격 πῶμα

덮개야

πώματε

덮개들아

πώματα

덮개들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • θυρίδεσ δὲ ἦσαν ἑξῆσ τοῖσ στομίοισ τῶν φρεάτων ἐοικυῖαι πώματα ἔχουσαι, καὶ παρ’ ἑκάστῃ θρόνοσ ἔκειτο χρυσοῦσ. (Lucian, Icaromenippus, (no name) 25:2)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 25:2)

  • Θάσιοι δὲ τὴν χώραν αὐτῶν διαπορευομένῳ μετὰ τοῦ στρατεύματοσ ἄλφιτα καὶ χῆνασ καὶ τραγήματα καὶ μελίπηκτα καὶ ἄλλα παντοδαπὰ βρώματά τε καὶ πώματα πολυτελῆ ἔπεμψαν· (Plutarch, Apophthegmata Laconica, , section 241)

    (플루타르코스, Apophthegmata Laconica, , section 241)

  • ἔτι δὲ τὸν ἥμερον καρπόν, τόν τε ξηρόν, ὃσ ἡμῖν τῆσ τροφῆσ ἕνεκά ἐστιν, καὶ ὅσοισ χάριν τοῦ σίτου προσχρώμεθα ‐ καλοῦμεν δὲ αὐτοῦ τὰ μέρη σύμπαντα ὄσπρια ‐ καὶ τὸν ὅσοσ ξύλινοσ, πώματα καὶ βρώματα καὶ ἀλείμματα φέρων, παιδιᾶσ τε ὃσ ἕνεκα ἡδονῆσ τε γέγονε δυσθησαύριστοσ ἀκροδρύων καρπόσ, ὅσα τε παραμύθια πλησμονῆσ μεταδόρπια ἀγαπητὰ κάμνοντι τίθεμεν, ἅπαντα ταῦτα ἡ τότε ποτὲ οὖσα ὑφ’ ἡλίῳ νῆσοσ ἱερὰ καλά τε καὶ θαυμαστὰ καὶ πλήθεσιν ἄπειρ’ ἔφερεν. (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 61:1)

    (플라톤, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 61:1)

  • σκόπει γάρ, τί ἂν ἀπολογοῖτο ὁ τοιοῦτοσ ἄνθρωποσ ἐν τούτοισ ληφθείσ, εἰ αὐτοῦ κατηγοροῖ τισ λέγων ὅτι "ὦ παῖδεσ, πολλὰ ὑμᾶσ καὶ κακὰ ὅδε εἴργασται ἀνὴρ καὶ αὐτούσ, καὶ τοὺσ νεωτάτουσ ὑμῶν διαφθείρει τέμνων τε καὶ κάων, καὶ ἰσχναίνων καὶ πνίγων ἀπορεῖν ποιεῖ, πικρότατα πώματα διδοὺσ καὶ πεινῆν καὶ διψῆν ἀναγκάζων, οὐχ ὥσπερ ἐγὼ πολλὰ καὶ ἡδέα καὶ παντοδαπὰ ηὐώχουν ὑμᾶσ· (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 455:2)

    (플라톤, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 455:2)

유의어

  1. 덮개

관련어

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION