προσθέω
ε 축약 동사;
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
προσθέω
προσθεύσομαι
형태분석:
προς
(접두사)
+
θέ
(어간)
+
ω
(인칭어미)
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ἐὰν γὰρ ἀποστραφῆτε καὶ προσθῆσθε τοῖσ ὑπολειφθεῖσιν ἔθνεσι τούτοισ τοῖσ μεθ’ ὑμῶν καὶ ἐπιγαμίασ ποιήσητε πρὸσ αὐτοὺσ καὶ συγκαταμιγῆτε αὐτοῖσ καὶ αὐτοὶ ὑμῖν, (Septuagint, Liber Iosue 23:12)
(70인역 성경, 여호수아기 23:12)
- ἵν’, ἐὰν μὲν ἐγὼ δοκῶ βέλτιον προορᾶν, ἐμοὶ πεισθῆτε, ἂν δ’ οἱ θαρροῦντεσ καὶ πεπιστευκότεσ αὐτῷ, τούτοισ προσθῆσθε. (Demosthenes, Speeches, 8:2)
(데모스테네스, Speeches, 8:2)
- ᾧ δ’ ἂν ὑμεῖσ πρόσθησθε, οὗτοσ ἰσχυρὸσ γίγνεται. (Demosthenes, Speeches 21-30, 9:3)
(데모스테네스, Speeches 21-30, 9:3)
- τοσοῦτον δὲ ὑμῖν τὸ περιὸν ὥστε ἀμφοτέρουσ ὁμολογεῖν ὁποτέροισ ἂν προσθῆσθε, ἐπὶ τούτουσ τὴν ῥοπὴν ἥξειν. (Aristides, Aelius, Orationes, 13:2)
(아리스티데스, 아일리오스, 연설, 13:2)
- φέρε, ἐὰν δὲ συμβῇ τοῦτ’ αὐτὸ ὃ λέγω, καὶ προσθῆσθε μὲν τοῖσ Θηβαίοισ, συλλόγου δὲ γενομένου κελεύωσιν ὑμᾶσ ἀποφήνασθαι τί χρὴ τοὺσ Λακεδαιμονίουσ ποιεῖν ἢ νῦν ἢ ὕστερον, ἡνίκ’ ἂν μηδὲν ὅλωσ ἐκείνοισ ἐνῇ, τί ἐρεῖτε, ὦ ἄνδρεσ Ἀθηνᾶιοι; (Aristides, Aelius, Orationes, 20:5)
(아리스티데스, 아일리오스, 연설, 20:5)
유의어
-
to run towards or to
- προστρέχω (도착하다, 도달하다, 깨어나다)
- ὠφελέω (바라보다, ~로 타고가다)
- κατατείνω (뻗다, 내밀다, 확장하다)
- συνανατρέχω (to run up with)
- θέω (달리다, 뛰다)
- προσπίπτω (달려가다, 만나러 가다)
- δρομάω (달리다, 뛰다)
- δολιχοδρομέω (달리다, 뛰다)
- δακρύω (달리다, 뛰다)
- ἀναβάλλω (달리다, 뛰다)
파생어
- ἀμφιθέω (to run round about)
- ἀντιθέω (to run against, compete in a race, to run contrary ways)
- ἀπιθέω (he disobeyed)
- ἀποθέω (도망가다, 튀다)
- διαθέω (뛰어다니다, 경주를 뛰다)
- διεκθέω (꿰뚫다, 찔러 넣다)
- εἰσθέω (맞부딪치다)
- ἐκθέω (만기가 되다)
- ἐπιθέω (to run at or after)
- θέω (달리다, 뛰다, 날다)
- καταθέω (흘러내리다, 흘러 내려가다)
- μεταθέω (뒤쫓다, 쫓다, 맹목적으로 따르다)
- παραθέω (to run beside or alongside, to run beyond, outrun)
- περιθέω (돌다, 회전시키다, 두르다)
- προεκθέω (to run out before, sally from the ranks, rush on)
- προθέω (to run before, he was, ahead)
- προκαταθέω (to run down before)
- συνθέω (계승하다, 성공하다, 잇따라 일어나다)
- ὑπεκθέω (to run off secretly or gradually)
- ὑπερθέω (넘다, 초과하다, 초월하다)
- ὑποθέω (to run in under, make a secret attack, to run in before)