헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ποίκιλμα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ποίκιλμα ποίκιλματος

형태분석: ποικιλματ (어간)

어원: from poiki/llw

  1. 다양성, 차이
  1. a broidered stuff, brocade
  2. broidered work, broidery
  3. a variety, diversity

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἰ ἀλλάξεται Αἰθίοψ τὸ δέρμα αὐτοῦ καὶ πάρδαλισ τὰ ποικίλματα αὐτῆσ, καὶ ὑμεῖσ δυνήσεσθε εὖ ποιῆσαι μεμαθηκότεσ τὰ κακά. (Septuagint, Liber Ieremiae 13:23)

    (70인역 성경, 예레미야서 13:23)

  • ἐζωσμένουσ ποικίλματα ἐπὶ τὰσ ὀσφύασ αὐτῶν, καὶ τιάραι βαπταὶ ἐπὶ τῶν κεφαλῶν αὐτῶν, ὄψισ τρισσὴ πάντων, ὁμοίωμα υἱῶν Χαλδαίων, γῆσ πατρίδοσ αὐτῶν, (Septuagint, Prophetia Ezechielis 23:15)

    (70인역 성경, 에제키엘서 23:15)

  • ἀνθρώπουσ ἐμπορίαν σου ἀπὸ πλήθουσ τοῦ συμμείκτου σου, στακτὴν καὶ ποικίλματα ἐκ Θαρσίσ, καὶ Ραμὸθ καὶ Χορχὸρ ἔδωκαν τὴν ἀγοράν σου. (Septuagint, Prophetia Ezechielis 27:16)

    (70인역 성경, 에제키엘서 27:16)

  • ὦ πότνι’ ἣ Δίοισιν ἐν λέκτροισ πίτνεισ Ἥρα, δύ’ οἰκτρὼ φῶτ’ ἀνάψυξον πόνων, αἰτούμεθ’ ὀρθὰσ ὠλένασ πρὸσ οὐρανὸν ῥίπτονθ’, ἵν’ οἰκεῖσ ἀστέρων ποικίλματα. (Euripides, Helen, episode, dialogue 19:1)

    (에우리피데스, Helen, episode, dialogue 19:1)

  • καὶ λόγοσ ἐχώρει δι’ αὐτῶν πολὺσ ἀλλήλοισ παρεγγυώντων, ὡσ οὔτε ὅπλα βελτίω λαβόντεσ οὔτε ψυχὰσ ἀμείνουσ οἱ πολέμιοι τῶν ἐν Μαραθῶνι προσίασιν, ἀλλὰ ταὐτὰ μὲν ἐκείνοισ τόξα, ταὐτὰ δ’ ἐσθῆτοσ ποικίλματα καὶ χρυσὸσ ἐπὶ σώμασι μαλακοῖσ καὶ ψυχαῖσ ἀνάνδροισ· (Plutarch, , chapter 16 4:1)

    (플루타르코스, , chapter 16 4:1)

  • ὅθεν καὶ Εὐριπίδησ φησὶ τὸ τ’ ἀστερωπὸν οὐρανοῦ σέλασ, χρόνου καλὸν ποίκιλμα, τέκτονοσ σοφοῦ. (Pseudo-Plutarch, Placita Philosophorum, book 1, 9:1)

    (위 플루타르코스, Placita Philosophorum, book 1, 9:1)

관련어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION