헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παχύτης

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παχύτης παχύτητος

형태분석: παχυτητ (어간) + ς (어미)

어원: paxu/s

  1. 두꺼움, 짙음, 굵음
  1. thickness, stoutness
  2. the thickness or sediment

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 παχύτης

두꺼움이

παχύτητε

두꺼움들이

παχύτητες

두꺼움들이

속격 παχύτητος

두꺼움의

παχυτήτοιν

두꺼움들의

παχυτήτων

두꺼움들의

여격 παχύτητι

두꺼움에게

παχυτήτοιν

두꺼움들에게

παχύτησιν*

두꺼움들에게

대격 παχύτητα

두꺼움을

παχύτητε

두꺼움들을

παχύτητας

두꺼움들을

호격 παχύτη

두꺼움아

παχύτητε

두꺼움들아

παχύτητες

두꺼움들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • μετὰ δὲ τὰσ ὁπλοφόρουσ ἁμάξασ ἄνδρεσ ἐπἐπορεύοντο τρισχίλιοι νόμισμα φέροντεσ ἀργυροῦν ἐν ἀγγείοισ ἑπτακοσίοισ πεντήκοντα τριταλάντοισ, ὧν ἕκαστον ἀνὰ τέσσαρεσ ἐκόμιζον ἄλλοι δὲ κρατῆρασ ἀργυροῦσ καὶ κέρατα καὶ φιάλασ καὶ κύλικασ, εὖ διακεκοσμημένα πρὸσ θέαν ἕκαστα καὶ περιττὰ τῷ μεγέθει καὶ τῇ παχύτητι τῆσ τορείασ. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 32 5:1)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 32 5:1)

  • "ὁρῶμεν γὰρ ὅτι πῦρ ἐκ τόπου σκιεροῦ διαφαίνεται καὶ διαλάμπει μᾶλλον εἴτε παχύτητι τοῦ σκοτώδουσ ἀέροσ, οὐ δεχομένου τὰσ ἀπορρεύσεισ καὶ διαχύσεισ ἀλλὰ συνέχοντοσ ἐν ταὐτῷ τὴν οὐσίαν καὶ σφίγγοντοσ· (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 20 5:21)

    (플루타르코스, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 20 5:21)

  • Παχύτητι δὲ καὶ λεπτότητι, ξυμπάσησ τῆσ κεφαλῆσ τὸ ὀστέον λεπτότατόν ἐστιν καὶ ἀσθενέστατον τὸ κατὰ βρέγμα, καὶ σάρκα ὀλιγίστην καὶ λεπτοτάτην ἔχει ἐφ’ ἑωυτέῳ ταύτῃ τῆσ κεφαλῆσ τὸ ὀστέον, καὶ ὁ ἐγκέφαλοσ κατὰ τοῦτο τῆσ κεφαλῆσ πλεῖστοσ ὕπεστιν. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 2.1)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 2.1)

  • "ὁρῶ γὰρ ὅτι καὶ τέφρᾳ καὶ λίθοισ, κἂν μὴ παρῇ δὲ ταῦτα, κονιορτῷ πολλάκισ παχύνουσι τὸ ὕδωρ, ὡσ μᾶλλον τῶν γεωδῶν τῇ παχύτητι καταπλύνειν δυναμένων τὸν ῥύπον, αὐτοῦ δὲ τοῦ ὕδατοσ διὰ λεπτότητα καὶ ἀσθένειαν οὐχ ὁμοίωσ τοῦτο δρῶντοσ. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 1, 9:2)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 1, 9:2)

유의어

  1. 두꺼움

  2. the thickness or sediment

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION