- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παχύτης?

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: pachytēs 고전 발음: [빠퀴떼:] 신약 발음: [빠퀴떼]

기본형: παχύτης παχύτητος

형태분석: παχυτητ (어간) + ς (어미)

어원: παχύς

  1. 두꺼움, 짙음, 굵음
  1. thickness, stoutness
  2. the thickness or sediment

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 παχύτης

두꺼움이

παχύτητε

두꺼움들이

παχύτητες

두꺼움들이

속격 παχύτητος

두꺼움의

παχυτήτοιν

두꺼움들의

παχυτήτων

두꺼움들의

여격 παχύτητι

두꺼움에게

παχυτήτοιν

두꺼움들에게

παχύτησι(ν)

두꺼움들에게

대격 παχύτητα

두꺼움을

παχύτητε

두꺼움들을

παχύτητας

두꺼움들을

호격 παχύτη

두꺼움아

παχύτητε

두꺼움들아

παχύτητες

두꺼움들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐῶ λέγειν προστερνίδια καὶ προγαστρίδια, προσθετὴν καὶ ἐπιτεχνητὴν παχύτητα προσποιούμενος, ὡς μὴ τοῦ μήκους ἡ ἀρρυθμία ἐν λεπτῷ μᾶλλον ἐλέγχοιτο: (Lucian, De saltatione, (no name) 27:2)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 27:2)

  • μετὰ δὲ τὰς ὁπλοφόρους ἁμάξας ἄνδρες ἐπἐπορεύοντο τρισχίλιοι νόμισμα φέροντες ἀργυροῦν ἐν ἀγγείοις ἑπτακοσίοις πεντήκοντα τριταλάντοις, ὧν ἕκαστον ἀνὰ τέσσαρες ἐκόμιζον ἄλλοι δὲ κρατῆρας ἀργυροῦς καὶ κέρατα καὶ φιάλας καὶ κύλικας, εὖ διακεκοσμημένα πρὸς θέαν ἕκαστα καὶ περιττὰ τῷ μεγέθει καὶ τῇ παχύτητι τῆς τορείας. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 32 5:1)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 32 5:1)

  • "διὰ δὲ τρυφὴν διέφθαρτο τὸ σῶμα ὑπὸ παχύτητος καὶ γαστρὸς μεγέθους, ἣν συσπερίληπτον εἶναι συνέβαινεν ἐφ ἧς χιτωνίσκον ἐνδεδυκὼς ποδήρη μέχρι τῶν καρπῶν χειρῖδας ἔχοντα, προῄει δὲ οὐδέποτε πεζὸς εἰ μὴ διὰ Σκιπίωνα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 73 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 73 1:1)

  • ὑπὲρ οὗ μὰ τὸν Δία καὶ τοὺς ἄλλους θεοὺς ἅπαντας οὐκ οἶδα τί χρὴ λέγειν, πότερα τοσαύτη περὶ αὐτὸν ἀναισθησία καὶ παχύτης ἦν ὥστε μὴ συνορᾶν, οἵτινές εἰσιν ἀγεννεῖς ἢ εὐγενεῖς ῥυθμοί, ἢ τοσαύτη θεοβλάβεια καὶ διαφθορὰ τῶν φρενῶν ὥστ εἰδότα τοὺς κρείττους ἔπειτα αἱρεῖσθαι τοὺς χείρονας, ὃ καὶ μᾶλλον πείθομαι: (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1856)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1856)

  • νέφη γὰρ καὶ ὁμίχλαι καὶ κνηκίδες οὐ πήξεις εἰσὶν ἀλλὰ συστάσεις καὶ παχύτητες ἀέρος διεροῦ καὶ ἀτμώδους ὁ δ ἄνικμος καὶ ξηρὸς οὐδ ἄχρι ταύτης τὴν κατάψυξιν ἐνδέχεται τῆς μεταβολῆς. (Plutarch, De primo frigido, chapter, section 14 13:3)

    (플루타르코스, De primo frigido, chapter, section 14 13:3)

  • σκληρότης μὲν οὖν καὶ μαλακότης καὶ γλισχρότης καὶ κραυρότης καὶ κουφότης καὶ βαρύτης καὶ πυκνότης καὶ ἀραιότης καὶ λειότης καὶ τραχύτης καὶ παχύτης καὶ λεπτότης ἁπταὶ διαφοραὶ καὶ εἴρηται περὶ πασῶν Ἀριστοτέλει καλῶς. (Galen, On the Natural Faculties., , section 65)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., , section 65)

  • ὕπνος πολλὸς, παχυτὴς , ἀργίη, ὀμίχλη τῆς αἰσθήσιος· ἀγαθὸν δὲ ξυμμετρίη· κοιλίης ἔκκρισις ἐπὶ τοῖσι ὕπνοισι ἄριστον, μάλιστα πνευμάτων καὶ φλεγμάτων. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU XRONIWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 135)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU XRONIWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 135)

  • ἀλλὰ τὸν αὐτὸν καὶ πολλὴ παχύτης πολλάκις εἰργάσατο. (Unknown, Greek Anthology, Volume IV, book 10, chapter 542)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume IV, book 10, chapter 542)

  • παχύτης μὲν ἦν ἡ αὐτὴ καὶ καλλονή, κατὰ λόγον δὲ ἐμβριθέστερα ἦν τὰ λίνεα, τοῦ τάλαντον ὁ πῆχυς εἷλκε. (Herodotus, The Histories, book 7, chapter 36 4:2)

    (헤로도토스, The Histories, book 7, chapter 36 4:2)

유의어

  1. 두꺼움

  2. the thickness or sediment

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION