Ancient Greek-English Dictionary Language

ὄγδοος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ὄγδοος ὄγδοη ὄγδοον

Structure: ὀγδο (Stem) + ος (Ending)

Etym.: o)ktw

Sense

  1. (ordinal) eighth

Examples

  • οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ταῖσ ἄλλαισ ὀγδόαισ τιμῶσιν αὐτόν, ἢ διὰ τὸ πρῶτον ἐκ Τροιζῆνοσ ἀφικέσθαι τῇ ὀγδόῃ τοῦ Ἑκατομβαιῶνοσ, ὡσ ἱστόρηκε Διόδωροσ ὁ περιηγητήσ, ἢ νομίζοντεσ ἑτέρου μᾶλλον ἐκείνῳ προσήκειν τὸν ἀριθμὸν τοῦτον ἐκ Ποσειδῶνοσ γεγονέναι λεγομένῳ. (Plutarch, chapter 36 3:2)
  • καὶ γὰρ Ποσειδῶνα ταῖσ ὀγδόαισ τιμῶσιν. (Plutarch, chapter 36 4:1)

Synonyms

  1. eighth

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION