Ancient Greek-English Dictionary Language

μετατρέχω

Non-contract Verb; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: μετατρέχω μεταθρέξομαι μετέδραμον

Structure: μετα (Prefix) + τρέχ (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to run after, run and get

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular μετατρέχω μετατρέχεις μετατρέχει
Dual μετατρέχετον μετατρέχετον
Plural μετατρέχομεν μετατρέχετε μετατρέχουσιν*
SubjunctiveSingular μετατρέχω μετατρέχῃς μετατρέχῃ
Dual μετατρέχητον μετατρέχητον
Plural μετατρέχωμεν μετατρέχητε μετατρέχωσιν*
OptativeSingular μετατρέχοιμι μετατρέχοις μετατρέχοι
Dual μετατρέχοιτον μετατρεχοίτην
Plural μετατρέχοιμεν μετατρέχοιτε μετατρέχοιεν
ImperativeSingular μετατρέχε μετατρεχέτω
Dual μετατρέχετον μετατρεχέτων
Plural μετατρέχετε μετατρεχόντων, μετατρεχέτωσαν
Infinitive μετατρέχειν
Participle MasculineFeminineNeuter
μετατρεχων μετατρεχοντος μετατρεχουσα μετατρεχουσης μετατρεχον μετατρεχοντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular μετατρέχομαι μετατρέχει, μετατρέχῃ μετατρέχεται
Dual μετατρέχεσθον μετατρέχεσθον
Plural μετατρεχόμεθα μετατρέχεσθε μετατρέχονται
SubjunctiveSingular μετατρέχωμαι μετατρέχῃ μετατρέχηται
Dual μετατρέχησθον μετατρέχησθον
Plural μετατρεχώμεθα μετατρέχησθε μετατρέχωνται
OptativeSingular μετατρεχοίμην μετατρέχοιο μετατρέχοιτο
Dual μετατρέχοισθον μετατρεχοίσθην
Plural μετατρεχοίμεθα μετατρέχοισθε μετατρέχοιντο
ImperativeSingular μετατρέχου μετατρεχέσθω
Dual μετατρέχεσθον μετατρεχέσθων
Plural μετατρέχεσθε μετατρεχέσθων, μετατρεχέσθωσαν
Infinitive μετατρέχεσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
μετατρεχομενος μετατρεχομενου μετατρεχομενη μετατρεχομενης μετατρεχομενον μετατρεχομενου

Future tense

Imperfect tense

Aorist tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Synonyms

  1. to run after

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION