μελοποιός
Second declension Noun; Masculine
Transliteration:
Principal Part:
μελοποιός
μελοποιοῦ
Structure:
μελοποι
(Stem)
+
ος
(Ending)
Etym.: me/los II, poie/w
Sense
- a maker of songs, a lyric poet
- tuneful
Declension
Second declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- ἐπιδημεῖ γὰρ θίασοσ Μουσῶν ἔνδον μελάθρων τῶν δεσποσύνων μελοποιῶν. (Aristophanes, Thesmophoriazusae, Prologue, anapests2)
- τοιαυτὶ μέντοι σὺ ποιῶν τολμᾷσ τἀμὰ μέλη ψέγειν, ἀνὰ τὸ δωδεκαμήχανον Κυρήνησ μελοποιῶν; (Aristophanes, Frogs, Lyric-Scene, lyric1)
- ἐποποιῶν μὲν οὖν ἔμοιγε κάλλιστα τουτονὶ δοκεῖ τὸν χαρακτῆρα ἐξεργάσασθαι Ἡσίοδοσ, μελοποιῶν δὲ Σαπφὼ καὶ μετ’ αὐτὴν Ἀνακρέων τε καὶ Σιμωνίδησ, τραγῳδοποιῶν δὲ μόνοσ Εὐριπίδησ, συγγραφέων δὲ ἀκριβῶσ μὲν οὐδείσ, μᾶλλον δὲ τῶν πολλῶν Ἔφορόσ τε καὶ Θεόπομποσ, ῥητόρων δὲ Ἰσοκράτησ. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 2316)
- τῶν δ’ ἄλλων ὅσοι τὴν αὐτὴν μεσότητα ἐπετήδευσαν, ὕστεροι μὲν Ὁμήρου μακρῷ παρ’ ἐκεῖνον ἐξεταζόμενοι φαίνοιντ’ ἄν, καθ’ ἑαυτοὺσ δὲ εἰ θεωροίη τισ αὐτούσ, ἀξιοθέατοι, μελοποιῶν μὲν Στησίχορόσ τε καὶ Ἀλκαῖοσ, τραγῳδοποιῶν δὲ Σοφοκλῆσ, συγγραφέων δὲ Ἡρόδοτοσ, ῥητόρων δὲ Δημοσθένησ, φιλοσόφων δὲ κατ’ ἐμὴν δόξαν Δημόκριτόσ τε καὶ Πλάτων καὶ Ἀριστοτέλησ· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 246)
- Εὐφορίων δ’ ὁ ἐποποιὸσ ἐν τῷ περὶ μελοποιῶν τὴν μὲν μονοκάλαμον σύριγγα Ἑρμῆν εὑρεῖν, τινὰσ δ’ ἱστορεῖν Σεύθην καὶ Ῥωνάκην τοὺσ Μαιδούσ,2 τὴν δὲ πολυκάλαμον Σιληνόν, Μαρσύαν δὲ τὴν κηρόδετον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 82 2:3)
Synonyms
-
a maker of songs
-
tuneful