- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λιγύφωνος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: ligyphōnos 고전 발음: [리귀포:노] 신약 발음: [리귀포노]

기본형: λιγύφωνος λιγύφωνον

형태분석: λιγυφων (어간) + ος (어미)

어원: φωνή

  1. clear-voiced, loud-voiced, screaming

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 λιγύφωνος

(이)가

λιγύφωνον

(것)가

속격 λιγυφώνου

(이)의

λιγυφώνου

(것)의

여격 λιγυφώνῳ

(이)에게

λιγυφώνῳ

(것)에게

대격 λιγύφωνον

(이)를

λιγύφωνον

(것)를

호격 λιγύφωνε

(이)야

λιγύφωνον

(것)야

쌍수주/대/호 λιγυφώνω

(이)들이

λιγυφώνω

(것)들이

속/여 λιγυφώνοιν

(이)들의

λιγυφώνοιν

(것)들의

복수주격 λιγύφωνοι

(이)들이

λιγύφωνα

(것)들이

속격 λιγυφώνων

(이)들의

λιγυφώνων

(것)들의

여격 λιγυφώνοις

(이)들에게

λιγυφώνοις

(것)들에게

대격 λιγυφώνους

(이)들을

λιγύφωνα

(것)들을

호격 λιγύφωνοι

(이)들아

λιγύφωνα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐκ δὲ Μελισσήεντος ἀπ εὐόδμου Ἑλικῶνος Μουσάων λιγύφωνον ἄγων χορὸν ἦλθεν Ἀπόλλων: (Colluthus, Rape of Helen, book 19)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 19)

  • Φόρκυϊ δ αὖ Κητὼ Γραίας τέκε καλλιπαρῄους ἐκ γενετῆς πολιάς, τὰς δὴ Γραίας καλέουσιν ἀθάνατοί τε θεοὶ χαμαὶ ἐρχόμενοί τ ἄνθρωποι, Πεμφρηδώ τ ἐύπεπλον Ἐνυώ τε κροκόπεπλον, Γοργούς θ, αἳ ναίουσι πέρην κλυτοῦ Ὠκεανοῖο ἐσχατιῇ πρὸς Νυκτός, ἵν Ἑσπερίδες λιγύφωνοι, Σθεννώ τ Εὐρυάλη τε Μέδουσά τε λυγρὰ παθοῦσα. (Hesiod, Theogony, Book Th. 29:1)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 29:1)

  • Ἄτλας δ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχει κρατερῆς ὑπ ἀνάγκης πείρασιν ἐν γαίης, πρόπαρ Εσπερίδων λιγυφώνων, ἑστηὼς κεφαλῇ τε καὶ ἀκαμάτῃσι χέρεσσιν: (Hesiod, Theogony, Book Th. 48:6)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 48:6)

  • εὐμόλπει μετὰ χερσὶν ἔχων λιγύφωνον ἑταίρην, καλὰ καὶ εὖ κατὰ κόσμον ἐπιστάμενος ἀγορεύειν. (Anonymous, Homeric Hymns, 49:13)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 49:13)

  • ὅσσον ἐάρ χειμῶνος, ὅσον μᾶλον βραβίλοιο ἅδιον, ὅσσον ὀίς σφετέρας λασιωτέρα ἀρνός, ὅσσον παρθενικὴ προφέρει τριγάμοιο γυναικός, ὅσσον ἐλαφροτέρη μόσχου νεβρός, ὅσσον ἀηδὼν συμπάντων λιγύφωνος ἀοιδοτάτη πετεηνῶν, τόσσον ἔμ εὔφρανας τὺ φανείς, σκιερὰν δ ὑπὸ φαγὸν ἀελίου φρύγοντος ὁδοιπόρος ἔδραμον ὥς τις. (Theocritus, Idylls, 4)

    (테오크리토스, Idylls, 4)

유의어

  1. clear-voiced

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION