- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λεύκιππος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: leukippos 고전 발음: [낍뽀] 신약 발음: [낍뽀]

기본형: λεύκιππος λεύκιππον

형태분석: λευκιππ (어간) + ος (어미)

  1. riding or driving white horses, thronged with white horses

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 λεύκιππος

(이)가

λεύκιππον

(것)가

속격 λευκίππου

(이)의

λευκίππου

(것)의

여격 λευκίππῳ

(이)에게

λευκίππῳ

(것)에게

대격 λεύκιππον

(이)를

λεύκιππον

(것)를

호격 λεύκιππε

(이)야

λεύκιππον

(것)야

쌍수주/대/호 λευκίππω

(이)들이

λευκίππω

(것)들이

속/여 λευκίπποιν

(이)들의

λευκίπποιν

(것)들의

복수주격 λεύκιπποι

(이)들이

λεύκιππα

(것)들이

속격 λευκίππων

(이)들의

λευκίππων

(것)들의

여격 λευκίπποις

(이)들에게

λευκίπποις

(것)들에게

대격 λευκίππους

(이)들을

λεύκιππα

(것)들을

호격 λεύκιπποι

(이)들아

λεύκιππα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔχω τὰ τῆς Διός τε λέκτρα Λήδας θ, ἃν ὑπὸ λαμπάδων κόροι λεύκιπποι ξυνομαίμονες ὤλβισαν ὤλβισαν τὸ πρόσθεν, ἐκ δόμων δὲ νοσφίσας ς ἐμοῦ πρὸς ἄλλαν ἐλαύνει θεὸς συμφορὰν τᾶσδε κρείσσω. (Euripides, Helen, episode, lyric3)

    (에우리피데스, Helen, episode, lyric3)

  • τούς τε λευκίππους κόρους τέκνα Μολιόνας κτάνον, ἅλικας, ἰσοκεφάλους, ἑνιγυίους, ἀμφοτέρους γεγαῶτας ἐν ὠέῳ ἀργυρέῳ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 50 3:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 50 3:1)

  • τοῦτον ἀνασπάσας ὑπ ἀγνοίας ὁ Ποίμανδρος ἔβαλε, καὶ τοῦ μὲν Πολυκρίθου διήμαρτε, Λεύκιππον δὲ τὸν υἱὸν ἀπέκτεινεν. (Plutarch, Quaestiones Graecae, section 37 2:2)

    (플루타르코스, Quaestiones Graecae, section 37 2:2)

  • τοῦτον ἀνασπάσας ὑπ ἀγνοίας ὁ Ποίμανδρος ἔβαλε, καὶ τοῦ μὲν Πολυκρίθου διήμαρτε, Λεύκιππον δὲ τὸν υἱὸν ἀπέκτεινεν. (Plutarch, Quaestiones Graecae, section 37 3:1)

    (플루타르코스, Quaestiones Graecae, section 37 3:1)

  • ἠβουλόμην δ αὖ πάλιν μοι κἀνταῦθα τὸν Ἐρασίστρατον αὐτὸν ἀποκρίνασθαι περὶ τοῦ στοιχειώδους ἐκείνου νεύρου τοῦ σμικροῦ, πότερον ἕν τι καὶ συνεχὲς ἀκριβῶς ἐστιν ἢ ἐκ πολλῶν καὶ σμικρῶν σωμάτων, ὧν Ἐπίκουρος καὶ Λεύκιππος καὶ Δημόκριτος ὑπέθεντο, σύγ κειται. (Galen, On the Natural Faculties., B, section 622)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., B, section 622)

  • ὁ δ ὄγδοος λεύκιππος, Αἰνιὰν γένος: (Sophocles, episode 6:14)

    (소포클레스, episode 6:14)

  • Περιήρης δὲ Μεσσήνην κατασχὼν Γοργοφόνην τὴν Περσέως ἔγημεν, ἐξ ἧς Ἀφαρεὺς αὐτῷ καὶ Λεύκιππος καὶ Τυνδάρεως ἔτι τε Ἰκάριος παῖδες ἐγένοντο. (Apollodorus, Library and Epitome, book 1, chapter 9 5:1)

    (아폴로도로스, Library and Epitome, book 1, chapter 9 5:1)

  • , Εὐρυπύλης Ἀρχέδικος, Δυνάστης Ἐρατοῦς, ἈσωπίδοσΜέντωρ, Ηὤνης Ἀμήστριος, Τιφύσης Λυγκαῖος, Ἁλοκράτης Ὀλυμπούσης, Ἑλικωνίδος Φαλίας, Ἡσυχείης Οἰστρόβλης, Τερψικράτης Εὐρυόπης, Ἐλαχείας Βουλεύς, Ἀντίμαχος Νικίππης, Πάτροκλος Πυρίππης, Νῆφος Πραξιθέας, Λυσίππης Ἐράσιππος, Λυκοῦργος Τοξικράτης, Βουκόλος Μάρσης, Λεύκιππος Εὐρυτέλης, Ἱπποκράτης Ἱππόζυγος. (Apollodorus, Library and Epitome, book 2, chapter 7 8:10)

    (아폴로도로스, Library and Epitome, book 2, chapter 7 8:10)

  • Λεύκιππος Δημόκριτος· (Pseudo-Plutarch, Placita Philosophorum, book 1, 1:2)

    (위 플루타르코스, Placita Philosophorum, book 1, 1:2)

유의어

  1. riding or driving white horses

관련어

명사

형용사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION