헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κυβερνάω

α 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κυβερνάω κυβερνήσω ἐκυβέρνησα

형태분석: κυβερνά (어간) + ω (인칭어미)

  1. 몰다, 운전하다, 이끌다, 조종하다, 박다
  2. 지시하다, 관리하다, 지배하다, 통치하다
  1. I steer, drive, am a steersman, pilot
  2. I guide, govern, direct

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κυβερνῶ

(나는) 몬다

κυβερνᾷς

(너는) 몬다

κυβερνᾷ

(그는) 몬다

쌍수 κυβερνᾶτον

(너희 둘은) 몬다

κυβερνᾶτον

(그 둘은) 몬다

복수 κυβερνῶμεν

(우리는) 몬다

κυβερνᾶτε

(너희는) 몬다

κυβερνῶσιν*

(그들은) 몬다

접속법단수 κυβερνῶ

(나는) 몰자

κυβερνῇς

(너는) 몰자

κυβερνῇ

(그는) 몰자

쌍수 κυβερνῆτον

(너희 둘은) 몰자

κυβερνῆτον

(그 둘은) 몰자

복수 κυβερνῶμεν

(우리는) 몰자

κυβερνῆτε

(너희는) 몰자

κυβερνῶσιν*

(그들은) 몰자

기원법단수 κυβερνῷμι

(나는) 몰기를 (바라다)

κυβερνῷς

(너는) 몰기를 (바라다)

κυβερνῷ

(그는) 몰기를 (바라다)

쌍수 κυβερνῷτον

(너희 둘은) 몰기를 (바라다)

κυβερνῴτην

(그 둘은) 몰기를 (바라다)

복수 κυβερνῷμεν

(우리는) 몰기를 (바라다)

κυβερνῷτε

(너희는) 몰기를 (바라다)

κυβερνῷεν

(그들은) 몰기를 (바라다)

명령법단수 κυβέρνᾱ

(너는) 몰아라

κυβερνᾱ́τω

(그는) 몰아라

쌍수 κυβερνᾶτον

(너희 둘은) 몰아라

κυβερνᾱ́των

(그 둘은) 몰아라

복수 κυβερνᾶτε

(너희는) 몰아라

κυβερνώντων, κυβερνᾱ́τωσαν

(그들은) 몰아라

부정사 κυβερνᾶν

모는 것

분사 남성여성중성
κυβερνων

κυβερνωντος

κυβερνωσα

κυβερνωσης

κυβερνων

κυβερνωντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κυβερνῶμαι

(나는) 몰린다

κυβερνᾷ

(너는) 몰린다

κυβερνᾶται

(그는) 몰린다

쌍수 κυβερνᾶσθον

(너희 둘은) 몰린다

κυβερνᾶσθον

(그 둘은) 몰린다

복수 κυβερνώμεθα

(우리는) 몰린다

κυβερνᾶσθε

(너희는) 몰린다

κυβερνῶνται

(그들은) 몰린다

접속법단수 κυβερνῶμαι

(나는) 몰리자

κυβερνῇ

(너는) 몰리자

κυβερνῆται

(그는) 몰리자

쌍수 κυβερνῆσθον

(너희 둘은) 몰리자

κυβερνῆσθον

(그 둘은) 몰리자

복수 κυβερνώμεθα

(우리는) 몰리자

κυβερνῆσθε

(너희는) 몰리자

κυβερνῶνται

(그들은) 몰리자

기원법단수 κυβερνῴμην

(나는) 몰리기를 (바라다)

κυβερνῷο

(너는) 몰리기를 (바라다)

κυβερνῷτο

(그는) 몰리기를 (바라다)

쌍수 κυβερνῷσθον

(너희 둘은) 몰리기를 (바라다)

κυβερνῴσθην

(그 둘은) 몰리기를 (바라다)

복수 κυβερνῴμεθα

(우리는) 몰리기를 (바라다)

κυβερνῷσθε

(너희는) 몰리기를 (바라다)

κυβερνῷντο

(그들은) 몰리기를 (바라다)

명령법단수 κυβερνῶ

(너는) 몰려라

κυβερνᾱ́σθω

(그는) 몰려라

쌍수 κυβερνᾶσθον

(너희 둘은) 몰려라

κυβερνᾱ́σθων

(그 둘은) 몰려라

복수 κυβερνᾶσθε

(너희는) 몰려라

κυβερνᾱ́σθων, κυβερνᾱ́σθωσαν

(그들은) 몰려라

부정사 κυβερνᾶσθαι

몰리는 것

분사 남성여성중성
κυβερνωμενος

κυβερνωμενου

κυβερνωμενη

κυβερνωμενης

κυβερνωμενον

κυβερνωμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κυβερνήσω

(나는) 몰겠다

κυβερνήσεις

(너는) 몰겠다

κυβερνήσει

(그는) 몰겠다

쌍수 κυβερνήσετον

(너희 둘은) 몰겠다

κυβερνήσετον

(그 둘은) 몰겠다

복수 κυβερνήσομεν

(우리는) 몰겠다

κυβερνήσετε

(너희는) 몰겠다

κυβερνήσουσιν*

(그들은) 몰겠다

기원법단수 κυβερνήσοιμι

(나는) 몰겠기를 (바라다)

κυβερνήσοις

(너는) 몰겠기를 (바라다)

κυβερνήσοι

(그는) 몰겠기를 (바라다)

쌍수 κυβερνήσοιτον

(너희 둘은) 몰겠기를 (바라다)

κυβερνησοίτην

(그 둘은) 몰겠기를 (바라다)

복수 κυβερνήσοιμεν

(우리는) 몰겠기를 (바라다)

κυβερνήσοιτε

(너희는) 몰겠기를 (바라다)

κυβερνήσοιεν

(그들은) 몰겠기를 (바라다)

부정사 κυβερνήσειν

몰 것

분사 남성여성중성
κυβερνησων

κυβερνησοντος

κυβερνησουσα

κυβερνησουσης

κυβερνησον

κυβερνησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κυβερνήσομαι

(나는) 몰리겠다

κυβερνήσει, κυβερνήσῃ

(너는) 몰리겠다

κυβερνήσεται

(그는) 몰리겠다

쌍수 κυβερνήσεσθον

(너희 둘은) 몰리겠다

κυβερνήσεσθον

(그 둘은) 몰리겠다

복수 κυβερνησόμεθα

(우리는) 몰리겠다

κυβερνήσεσθε

(너희는) 몰리겠다

κυβερνήσονται

(그들은) 몰리겠다

기원법단수 κυβερνησοίμην

(나는) 몰리겠기를 (바라다)

κυβερνήσοιο

(너는) 몰리겠기를 (바라다)

κυβερνήσοιτο

(그는) 몰리겠기를 (바라다)

쌍수 κυβερνήσοισθον

(너희 둘은) 몰리겠기를 (바라다)

κυβερνησοίσθην

(그 둘은) 몰리겠기를 (바라다)

복수 κυβερνησοίμεθα

(우리는) 몰리겠기를 (바라다)

κυβερνήσοισθε

(너희는) 몰리겠기를 (바라다)

κυβερνήσοιντο

(그들은) 몰리겠기를 (바라다)

부정사 κυβερνήσεσθαι

몰릴 것

분사 남성여성중성
κυβερνησομενος

κυβερνησομενου

κυβερνησομενη

κυβερνησομενης

κυβερνησομενον

κυβερνησομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐκυβέρνων

(나는) 몰고 있었다

ἐκυβέρνᾱς

(너는) 몰고 있었다

ἐκυβέρνᾱν*

(그는) 몰고 있었다

쌍수 ἐκυβερνᾶτον

(너희 둘은) 몰고 있었다

ἐκυβερνᾱ́την

(그 둘은) 몰고 있었다

복수 ἐκυβερνῶμεν

(우리는) 몰고 있었다

ἐκυβερνᾶτε

(너희는) 몰고 있었다

ἐκυβέρνων

(그들은) 몰고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐκυβερνώμην

(나는) 몰리고 있었다

ἐκυβερνῶ

(너는) 몰리고 있었다

ἐκυβερνᾶτο

(그는) 몰리고 있었다

쌍수 ἐκυβερνᾶσθον

(너희 둘은) 몰리고 있었다

ἐκυβερνᾱ́σθην

(그 둘은) 몰리고 있었다

복수 ἐκυβερνώμεθα

(우리는) 몰리고 있었다

ἐκυβερνᾶσθε

(너희는) 몰리고 있었다

ἐκυβερνῶντο

(그들은) 몰리고 있었다

단순 과거(Aorist) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐκυβέρνησα

(나는) 몰았다

ἐκυβέρνησας

(너는) 몰았다

ἐκυβέρνησεν*

(그는) 몰았다

쌍수 ἐκυβερνήσατον

(너희 둘은) 몰았다

ἐκυβερνησάτην

(그 둘은) 몰았다

복수 ἐκυβερνήσαμεν

(우리는) 몰았다

ἐκυβερνήσατε

(너희는) 몰았다

ἐκυβέρνησαν

(그들은) 몰았다

접속법단수 κυβερνήσω

(나는) 몰았자

κυβερνήσῃς

(너는) 몰았자

κυβερνήσῃ

(그는) 몰았자

쌍수 κυβερνήσητον

(너희 둘은) 몰았자

κυβερνήσητον

(그 둘은) 몰았자

복수 κυβερνήσωμεν

(우리는) 몰았자

κυβερνήσητε

(너희는) 몰았자

κυβερνήσωσιν*

(그들은) 몰았자

기원법단수 κυβερνήσαιμι

(나는) 몰았기를 (바라다)

κυβερνήσαις

(너는) 몰았기를 (바라다)

κυβερνήσαι

(그는) 몰았기를 (바라다)

쌍수 κυβερνήσαιτον

(너희 둘은) 몰았기를 (바라다)

κυβερνησαίτην

(그 둘은) 몰았기를 (바라다)

복수 κυβερνήσαιμεν

(우리는) 몰았기를 (바라다)

κυβερνήσαιτε

(너희는) 몰았기를 (바라다)

κυβερνήσαιεν

(그들은) 몰았기를 (바라다)

명령법단수 κυβέρνησον

(너는) 몰았어라

κυβερνησάτω

(그는) 몰았어라

쌍수 κυβερνήσατον

(너희 둘은) 몰았어라

κυβερνησάτων

(그 둘은) 몰았어라

복수 κυβερνήσατε

(너희는) 몰았어라

κυβερνησάντων

(그들은) 몰았어라

부정사 κυβερνήσαι

몰았는 것

분사 남성여성중성
κυβερνησᾱς

κυβερνησαντος

κυβερνησᾱσα

κυβερνησᾱσης

κυβερνησαν

κυβερνησαντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐκυβερνησάμην

(나는) 몰렸다

ἐκυβερνήσω

(너는) 몰렸다

ἐκυβερνήσατο

(그는) 몰렸다

쌍수 ἐκυβερνήσασθον

(너희 둘은) 몰렸다

ἐκυβερνησάσθην

(그 둘은) 몰렸다

복수 ἐκυβερνησάμεθα

(우리는) 몰렸다

ἐκυβερνήσασθε

(너희는) 몰렸다

ἐκυβερνήσαντο

(그들은) 몰렸다

접속법단수 κυβερνήσωμαι

(나는) 몰렸자

κυβερνήσῃ

(너는) 몰렸자

κυβερνήσηται

(그는) 몰렸자

쌍수 κυβερνήσησθον

(너희 둘은) 몰렸자

κυβερνήσησθον

(그 둘은) 몰렸자

복수 κυβερνησώμεθα

(우리는) 몰렸자

κυβερνήσησθε

(너희는) 몰렸자

κυβερνήσωνται

(그들은) 몰렸자

기원법단수 κυβερνησαίμην

(나는) 몰렸기를 (바라다)

κυβερνήσαιο

(너는) 몰렸기를 (바라다)

κυβερνήσαιτο

(그는) 몰렸기를 (바라다)

쌍수 κυβερνήσαισθον

(너희 둘은) 몰렸기를 (바라다)

κυβερνησαίσθην

(그 둘은) 몰렸기를 (바라다)

복수 κυβερνησαίμεθα

(우리는) 몰렸기를 (바라다)

κυβερνήσαισθε

(너희는) 몰렸기를 (바라다)

κυβερνήσαιντο

(그들은) 몰렸기를 (바라다)

명령법단수 κυβέρνησαι

(너는) 몰렸어라

κυβερνησάσθω

(그는) 몰렸어라

쌍수 κυβερνήσασθον

(너희 둘은) 몰렸어라

κυβερνησάσθων

(그 둘은) 몰렸어라

복수 κυβερνήσασθε

(너희는) 몰렸어라

κυβερνησάσθων

(그들은) 몰렸어라

부정사 κυβερνήσεσθαι

몰렸는 것

분사 남성여성중성
κυβερνησαμενος

κυβερνησαμενου

κυβερνησαμενη

κυβερνησαμενης

κυβερνησαμενον

κυβερνησαμενου

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸν χρόνον, ὅτ’ οὐ ταῦτ’ ἀλλ’ ἐκεῖν’ ᾑρούμεθα καὶ πάλιν ὁ Χρύσιπποσ προελθὼν τοῦ λογικοῦ φησι ζῴου φύσιν ἔχοντοσ προσχρῆσθαι εἰσ ἕκαστα τῷ λόγῳ καὶ ὑπὸ τούτου κυβερνᾶσθαι, πολλάκισ ἀποστρέφεσθαι αὐτὸν ἡμᾶσ ἄλλῃ βιαιοτέρᾳ φορᾷ χρωμένουσ· (Plutarch, De virtute morali, section 10 19:1)

    (플루타르코스, De virtute morali, section 10 19:1)

  • καὶ πάλιν ὁ Χρύσιπποσ προελθὼν, τοῦ λογικοῦ, φησι, ζῴου φύσιν ἔχοντοσ προσχρῆσθαι εἰσ ἕκαστα τῷ λόγῳ καὶ ὑπὸ τούτου κυβερνᾶσθαι, πολλάκισ ἀποστρέφεσθαι αὐτὸν ἡμᾶσ ἄλλῃ βιαιο‐ τέρᾳ φορᾷ χρωμένουσ, ὁμολογῶν τὸ συμβαῖνον ἐκ τῆσ πρὸσ τὸν λόγον τοῦ πάθουσ διαφορᾶσ. (Plutarch, De virtute morali, section 10 6:1)

    (플루타르코스, De virtute morali, section 10 6:1)

  • καὶ τοίνυν τούτων τῶν ἐθνῶν ἦρξεν οὔτε αὐτῷ ὁμογλώττων ὄντων οὔτε ἀλλήλοισ, καὶ ὅμωσ ἐδυνάσθη ἐφικέσθαι μὲν ἐπὶ τοσαύτην γῆν τῷ ἀφ’ ἑαυτοῦ φόβῳ, ὥστε καταπλῆξαι πάντασ καὶ μηδένα ἐπιχειρεῖν αὐτῷ, ἐδυνάσθη δὲ ἐπιθυμίαν ἐμβαλεῖν τοσαύτην τοῦ πάντασ αὐτῷ χαρίζεσθαι ὥστε ἀεὶ τῇ αὐτοῦ γνώμῃ ἀξιοῦν κυβερνᾶσθαι, ἀνηρτήσατο δὲ τοσαῦτα φῦλα ὅσα καὶ διελθεῖν ἔργον ἐστίν, ὅποι ἂν ἄρξηταί τισ πορεύεσθαι ἀπὸ τῶν βασιλείων, ἤν τε πρὸσ ἑώ ἤν τε πρὸσ ἑσπέραν ἤν τε πρὸσ ἄρκτον ἤν τε πρὸσ μεσημβρίαν. (Xenophon, Cyropaedia, , chapter 1 6:1)

    (크세노폰, Cyropaedia, , chapter 1 6:1)

  • οἳ τήν τε πρόνοιαν ἐκβάλλουσι τοῦ βίου καὶ θεὸν οὐκ ἀξιοῦσιν ἐπιτροπεύειν τῶν πραγμάτων, οὐδ’ ὑπὸ τῆσ μακαρίασ καὶ ἀφθάρτου πρὸσ διαμονὴν τῶν ὅλων οὐσίασ κυβερνᾶσθαι τὰ σύμπαντα, ἄμοιρον δὲ ἡνιόχου καὶ ἀφρόντιστον τὸν κόσμον αὐτομάτωσ φέρεσθαι λέγουσιν. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 10 341:1)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 10 341:1)

유의어

  1. 지시하다

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION