- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἰοστέφανος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: iostephanos 고전 발음: [이오떼파노] 신약 발음: [이오때파노]

기본형: ἰοστέφανος ἰοστέφανον

형태분석: ἰοστεφαν (어간) + ος (어미)

  1. violet-crowned

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἰοστέφανος

(이)가

ἰοστέφανον

(것)가

속격 ἰοστεφάνου

(이)의

ἰοστεφάνου

(것)의

여격 ἰοστεφάνῳ

(이)에게

ἰοστεφάνῳ

(것)에게

대격 ἰοστέφανον

(이)를

ἰοστέφανον

(것)를

호격 ἰοστέφανε

(이)야

ἰοστέφανον

(것)야

쌍수주/대/호 ἰοστεφάνω

(이)들이

ἰοστεφάνω

(것)들이

속/여 ἰοστεφάνοιν

(이)들의

ἰοστεφάνοιν

(것)들의

복수주격 ἰοστέφανοι

(이)들이

ἰοστέφανα

(것)들이

속격 ἰοστεφάνων

(이)들의

ἰοστεφάνων

(것)들의

여격 ἰοστεφάνοις

(이)들에게

ἰοστεφάνοις

(것)들에게

대격 ἰοστεφάνους

(이)들을

ἰοστέφανα

(것)들을

호격 ἰοστέφανοι

(이)들아

ἰοστέφανα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εὔμοιρε Συρακοσίων ἱπποδινήτων στραταγέ, γνώσει μὲν ἰοστεφάνων Μοισᾶν γλυκύδωρον ἄγαλμα, τῶν γε νῦν αἴ τις ἐπιχθονίων, ὀρθῶς: (Bacchylides, , epinicians, ode 5 1:1)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 5 1:1)

  • Στρούθωνος υἱός, ἁρ´μασιν ἐν Χαρίτων φορηθείς, αἳ οἱ ἐπ ἀνθρώπους ὄνομα κλυτὸν ἀγλαάν τε νίκαν θῆκαν ἰοστεφάνων θεᾶν ἕκατι Μοισᾶν. (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 13, chapter 28 2:1)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume V, book 13, chapter 28 2:1)

  • καὶ ὅταν δνοφερῆς ὑπὸ κεύθεσι γαίης βῇς πολυκωκύτους εἰς Αἰ¨´δαο δόμους, οὐδέποτ οὐδὲ θανὼν ἀπολεῖς κλέος, ἀλλὰ μελήσεις ἄφθιτον ἀνθρώποις αἰὲν ἔχων ὄνομα, Κύρνε, καθ Ἐλλάδα γῆν στρωφώμενος ἠδ ἀνὰ νήσους, ἰχθυόεντα περῶν πόντον ἐπ ἀτρύγετον, οὐχ ἵππων νώτοισιν ἐφήμενος, ἀλλά σε πέμψει ἀγλαὰ Μουσάων δῶρα ἰοστεφάνων πᾶσιν ὅσοισι μέμηλε, καὶ ἐσσομένοισιν ἀοιδὴ ἔσσῃ ὁμῶς, ὄφρ ᾖ γῆ τε καὶ ἠέλιος. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , 1386-1389136)

    (작자 미상, 비가, , 1386-1389136)

  • ᾗχι καὶ ἑρσήεις ἀμαρύσσεται ἄνθεσι λειμὼν, πουλὺν ἰοστεφάνων κόσμον ἀνεὶς καλύκων καὶ γλυκερῆς τρίστοιχος ἐπεμβαδὸν ἄλλος ἐπ ἄλλῳ μαστὸς ἀναθλίβει χεύματα Ναϊάδος: (Unknown, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 6682)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 6682)

유의어

  1. violet-crowned

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION