φάσμα
Third declension Noun; Neuter
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
φάσμα
φάσματος
Structure:
φασματ
(Stem)
Sense
- an apparition, phantom, the spectral appearance, a vision
- a sign from heaven, portent, omen
- a monster, prodigy, a monster
Declension
Third declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- ὥσπερ ἐνύπνιον ἐκπετασθὲν οὐ μὴ εὑρεθῇ, ἔπτη δὲ ὥσπερ φάσμα νυκτερινόν. (Septuagint, Liber Iob 20:8)
- οὗτοι γὰρ οἴνω πεπλανημένοι εἰσίν, ἐπλανήθησαν διὰ τὸ σίκερα. ἱερεὺσ καὶ προφήτησ ἐξέστησαν διὰ τὸ σίκερα, κατεπόθησαν διὰ τὸν οἶνον, ἐσείσθησαν ἀπὸ τῆσ μέθησ, ἐπλανήθησαν. τοῦτ̓ ἔστι φάσμα. (Septuagint, Liber Isaiae 28:7)
- τὸ γὰρ πάντων ἀτοπώτατον, κρᾶσίν τινα παράδοξον κέκραμαι καὶ οὔτε πεζόσ εἰμι οὔτε ἐπὶ τῶν μέτρων βέβηκα, ἀλλὰ ἱπποκενταύρου δίκην σύνθετόν τι καὶ ξένον φάσμα τοῖσ ἀκούουσι δοκῶ. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 33:12)
- οὔ με παρέβα φάσμα μελανόπτερον, τὰν ἐσεῖδον ἀμφὶ σέ, ὦ τέκνον, οὐκέτ’ ὄντα Διὸσ ἐν φάει. (Euripides, Hecuba, episode, lyric2)
- κἂν εἰ μύοντι γάρ σοι προσελθὼν εἴποι τι, τὸ Ὑμήττιον ἐκεῖνο ἀνοίξασ στόμα, καὶ τὴν συνήθη φωνὴν ἀφείη μάθοισ ἂν ὡσ οὐχὶ τῶν καθ’ ἡμᾶσ ἐστιν, οἳ ἀρούρησ καρπὸν ἔδομεν, ἀλλὰ τι ξένον φάσμα δρόσῳ ἢ ἀμβροσίᾳ τρεφόμενον. (Lucian, Rhetorum praeceptor, (no name) 11:3)
Synonyms
-
an apparition
-
a sign from heaven
- σῆμα (a sign from the gods, an omen, portent)
- τέρας (divine sign, omen, portent)
-
a monster