ἐμβολή?
1군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사: embolē
고전 발음: [엠볼레:]
신약 발음: [앰볼레]
기본형:
ἐμβολή
형태분석:
ἐμβολ
(어간)
+
η
(어미)
뜻
- 삽입, 삽입물
- 공격, 강습, 습격, 요금, 비난, 혐의
- 상처, 상해
- 입구, 입장, 출입구, 오래
- a putting into, insertion
- a breaking in, inroad into an enemy's country, foray
- an assault, attack, charge, the charge made by one ship upon another, shocks
- the stroke
- a way into, entrance, pass
- the head of a battering-ram
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- δέσμιαι δὲ δημόσιαι μέχρι τῆς εἰς τὸ πλοῖον ἐμβολῆς εἵλκοντο μετὰ βίας. (Septuagint, Liber Maccabees III 4:7)
(70인역 성경, Liber Maccabees III 4:7)
- καὶ ὁ Ἄδραστος ἐπὶ τὸν σῦν ἀφεὶς τὴν λόγχην ἐκείνου μὲν ἁμαρτήσεται, φονεύσει δὲ τὸν Κροίσου παῖδα, ὡς ἂν ἀπ ἰσχυρᾶς ἐμβολῆς τῶν Μοιρῶν φερομένου τοῦ ἀκοντίου ἐπὶ τὸν νεανίσκον. (Lucian, Juppiter confuatus, (no name) 12:6)
(루키아노스, Juppiter confuatus, (no name) 12:6)
- ἢν δέ ποτε καὶ ἐφίκηται, ἄκρον μὲν ἐπιλίγδην ἅπτεται, βαθεῖαν δὲ οὐκ ἐργάζεται πληγὴν οὐ γὰρ ἀπ ἰσχυρᾶς ἐμβολῆς ἀπεστέλλετο. (Lucian, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 36:5)
(루키아노스, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 36:5)
- δεομένων δὲ καὶ προϊσχομένων χεῖρας ἐμβολῆς μὲν ἔσχοντο, τὴν δὲ ναῦν ἀναψάμενοι καὶ καταγαγόντες ἀπεκήρυττον, ἅμα καὶ τὰ χρήματα καὶ τὰ σώματα, πειρατικὰ κρίναντες εἶναι. (Plutarch, Camillus, chapter 8 5:1)
(플루타르코스, Camillus, chapter 8 5:1)
- τῇ δὲ τρίτῃ παντάπασι τοὺς Πάρθους ἀπεγνωκότος Ἀντωνιου καὶ βαδίζοντος ἀνειμένως διὰ τὸ θαρρεῖν, ἰδὼν ὁ Μάρδος ἀπόχωσιν ἐμβολῆς ποταμοῦ νεωστὶ διεσπασμένην καὶ τὸ ῥεῦμα πολὺ πρὸς τὴν ὁδόν, ᾗ πορευτέον ἦν, ἐκχεόμενον, συνῆκεν ὅτι τῶν Πάρθων ἔργον εἰή τοῦτο δυσκολίας ἕνεκα καὶ διατριβῆς ἐμποδὼν αὐτοῖς τὸν ποταμὸν τιθεμένων, καὶ τὸν Ἀντώνιον ὁρᾶν ἐκέλευε καὶ προσέχειν, ὡς τῶν πολεμίων ἐγγὺς ὄντων. (Plutarch, Antony, chapter 41 3:2)
(플루타르코스, Antony, chapter 41 3:2)
유의어
-
삽입
-
상처
-
입구
-
the head of a battering-ram