- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀπρονόητος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: apronoētos 고전 발음: [로노에:또] 신약 발음: [로노에또]

기본형: ἀπρονόητος ἀπρονόητη ἀπρονόητον

형태분석: (접두사) + προνοητ (어간) + ος (어미)

  1. 즉석의, 우발적인
  1. unpremeditated
  2. improvident

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀπρονόητος

즉석의 (이)가

ἀπρονόήτη

즉석의 (이)가

ἀπρονόητον

즉석의 (것)가

속격 ἀπρονοήτου

즉석의 (이)의

ἀπρονόήτης

즉석의 (이)의

ἀπρονοήτου

즉석의 (것)의

여격 ἀπρονοήτῳ

즉석의 (이)에게

ἀπρονόήτῃ

즉석의 (이)에게

ἀπρονοήτῳ

즉석의 (것)에게

대격 ἀπρονόητον

즉석의 (이)를

ἀπρονόήτην

즉석의 (이)를

ἀπρονόητον

즉석의 (것)를

호격 ἀπρονόητε

즉석의 (이)야

ἀπρονόήτη

즉석의 (이)야

ἀπρονόητον

즉석의 (것)야

쌍수주/대/호 ἀπρονοήτω

즉석의 (이)들이

ἀπρονόήτα

즉석의 (이)들이

ἀπρονοήτω

즉석의 (것)들이

속/여 ἀπρονοήτοιν

즉석의 (이)들의

ἀπρονόήταιν

즉석의 (이)들의

ἀπρονοήτοιν

즉석의 (것)들의

복수주격 ἀπρονόητοι

즉석의 (이)들이

ἀπρονόηται

즉석의 (이)들이

ἀπρονόητα

즉석의 (것)들이

속격 ἀπρονοήτων

즉석의 (이)들의

ἀπρονόητῶν

즉석의 (이)들의

ἀπρονοήτων

즉석의 (것)들의

여격 ἀπρονοήτοις

즉석의 (이)들에게

ἀπρονόήταις

즉석의 (이)들에게

ἀπρονοήτοις

즉석의 (것)들에게

대격 ἀπρονοήτους

즉석의 (이)들을

ἀπρονόήτας

즉석의 (이)들을

ἀπρονόητα

즉석의 (것)들을

호격 ἀπρονόητοι

즉석의 (이)들아

ἀπρονόηται

즉석의 (이)들아

ἀπρονόητα

즉석의 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καί τις ἀπρονοήτως ἔφη κακῶς αὐτὸ τοῦτο τερατεύεσθαι. (Septuagint, Liber Maccabees III 1:14)

    (70인역 성경, Liber Maccabees III 1:14)

  • ἢν γάρ τί που καὶ μικρὸν ἐπινυστάσωμεν, ἀληθὴς εὐθὺς ὁ Ἐπίκουρος, ἀπρονοήτους ἡμᾶς ἀποφαίνων τῶν ἐπὶ γῆς πραγμάτων. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 2:7)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 2:7)

  • ταῦτ ἔστιν ἐφ οἷς ὑμᾶς συνεκάλεσα, οὐ μικρά, ὦ θεοί, εἰ λογιεῖσθε ὡς ἡ ἡ πᾶσα μὲν ἡμῖν τιμὴ καὶ δόξα καὶ πρόσοδος οἱ ἄνθρωποὶ εἰσιν εἰ δ οὗτοι πεισθεῖεν ἢ μηδὲ ὅλως θεοὺς εἶναι ἢ ὄντας ἀπρονοήτους εἶναι σφῶν αὐτῶν, ἄθυτα καὶ ἀγέραστα καὶ ἀτίμητα ἡμῖν ἔσται τὰ ἐκ γῆς καὶ μάτην ἐν οὐρανῷ καθεδούμεθα λιμῷ ἐχόμενοι, ἑορτῶν ἐκείνων καὶ πανηγύρεων καὶ ἀγώνων καὶ θυσιῶν καὶ παννυχίδων καὶ πομπῶν στερούμενοι. (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 18:1)

    (루키아노스, Juppiter trageodeus, (no name) 18:1)

  • ἀπρονόητα οὖν ταῦτα ἅπαντα· (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 36:4)

    (루키아노스, Juppiter trageodeus, (no name) 36:4)

  • καὶ γὰρ ἦσαν ἀπρονόητοι τῶν ἐσομένων καὶ λαβεῖν ἑτοιμότατοι: (Flavius Josephus, 86:2)

    (플라비우스 요세푸스, 86:2)

유의어

  1. 즉석의

  2. improvident

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION