ἀποχρώντως?
Adverb;
자동번역
Transliteration: apochrōntōs
Principal Part:
ἀποχρώντως
Sense
- enough, sufficiently
- καθαρά τε γὰρ ἀποχρώντως γίνεται καὶ διαυγής, ὥσ2περ τὰ διαφανέστατα τῶν ναμάτων, ἀκριβής τε καὶ λεπτὴ παρ ἥντιν οὖν ἑτέραν τῶν τὴν αὐτὴν διάλεκτον εἰργασμένων, τήν τε κοινότητα διώκει τῶν ὀνομάτων καὶ τὴν σαφήνειαν ἀσκεῖ πάσης ὑπεριδοῦσα κατασκευῆς ἐπιθέτου: (Dionysius of Halicarnassus, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 2 3:2)
- εὑρῆσθαι δὲ ἡγησάμενος ἐκ τῶν ἐπιφανεστάτων ὡς παλαιὰ εἶναι ἀποχρώντως. (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 20 1:3)
- τὰς μὲν οὖν ἀναγκαίας ἀρετὰς ἡ λέξις αὐτῶν πάντων ἔχει καὶ γὰρ καθαρὰ καὶ σαφὴς καὶ σύντομός ἐστιν ἀποχρώντως, σῴζουσα τὸν ἴδιον ἑκάστη τῆς διαλέκτου χαρακτῆρα: (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 23 2:1)
- "ἐν δὲ τῷ εἰ τὸ εὐκτικὸν καὶ ἀποχρώντως δηλοῦσθαι. (Plutarch, De E apud Delphos, section 58)
- τὴν περὶ τῆς συνθέσεως τῶν ὀνομάτων πραγματείαν ὀλίγοις μὲν ἐπὶ νοῦν ἐλθοῦσαν, ὅσοι τῶν ἀρχαίων ῥητορικὰς ἢ διαλεκτικὰς συνέγραψαν τέχνας, οὐδενὶ δ ἀκριβῶς οὐδ ἀποχρώντως μέχρι τοῦ παρόντος ἐξειργασμένην, ὡς ἐγὼ πείθομαι. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 19)
Synonyms
-
enough
- μέτριος (enough, sufficiently)
- ἤλιθα (enough, sufficiently)
- ἐξαρκούντως (enough, sufficiently)
- ἐξαρκής (enough, sufficient)
- ἀποχράω ('tis sufficient, 'tis sufficient, it is enough)
- ἐξαρκέω (to be quite enough for, suffice for, to suffice)
- ἀρκέω (I am strong enough, am sufficient, suffice)
- ἀποχράω (to suffice, be sufficient, be enough)
- ἐπάρκιος (sufficient)
- ἀρκετός (sufficient)
- ἀντιχράω (to be sufficient)
- ἐπαρκούντως (sufficiently)
- ἐξικνέομαι (to be sufficient)
- ἅλις (enough)
- ἅλις (enough of)
- ἅλις (enough)
- ἄρκιος (sufficient, sure, certain)