헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀποσύρω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀποσύρω

형태분석: ἀπο (접두사) + σύρ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 왜곡하다, 비틀다
  2. 노출시키다, 드러내다
  1. to tear away
  2. to lay bare

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀποσύρω

(나는) 왜곡한다

ἀποσύρεις

(너는) 왜곡한다

ἀποσύρει

(그는) 왜곡한다

쌍수 ἀποσύρετον

(너희 둘은) 왜곡한다

ἀποσύρετον

(그 둘은) 왜곡한다

복수 ἀποσύρομεν

(우리는) 왜곡한다

ἀποσύρετε

(너희는) 왜곡한다

ἀποσύρουσιν*

(그들은) 왜곡한다

접속법단수 ἀποσύρω

(나는) 왜곡하자

ἀποσύρῃς

(너는) 왜곡하자

ἀποσύρῃ

(그는) 왜곡하자

쌍수 ἀποσύρητον

(너희 둘은) 왜곡하자

ἀποσύρητον

(그 둘은) 왜곡하자

복수 ἀποσύρωμεν

(우리는) 왜곡하자

ἀποσύρητε

(너희는) 왜곡하자

ἀποσύρωσιν*

(그들은) 왜곡하자

기원법단수 ἀποσύροιμι

(나는) 왜곡하기를 (바라다)

ἀποσύροις

(너는) 왜곡하기를 (바라다)

ἀποσύροι

(그는) 왜곡하기를 (바라다)

쌍수 ἀποσύροιτον

(너희 둘은) 왜곡하기를 (바라다)

ἀποσυροίτην

(그 둘은) 왜곡하기를 (바라다)

복수 ἀποσύροιμεν

(우리는) 왜곡하기를 (바라다)

ἀποσύροιτε

(너희는) 왜곡하기를 (바라다)

ἀποσύροιεν

(그들은) 왜곡하기를 (바라다)

명령법단수 ἀποσύρε

(너는) 왜곡해라

ἀποσυρέτω

(그는) 왜곡해라

쌍수 ἀποσύρετον

(너희 둘은) 왜곡해라

ἀποσυρέτων

(그 둘은) 왜곡해라

복수 ἀποσύρετε

(너희는) 왜곡해라

ἀποσυρόντων, ἀποσυρέτωσαν

(그들은) 왜곡해라

부정사 ἀποσύρειν

왜곡하는 것

분사 남성여성중성
ἀποσυρων

ἀποσυροντος

ἀποσυρουσα

ἀποσυρουσης

ἀποσυρον

ἀποσυροντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀποσύρομαι

(나는) 왜곡된다

ἀποσύρει, ἀποσύρῃ

(너는) 왜곡된다

ἀποσύρεται

(그는) 왜곡된다

쌍수 ἀποσύρεσθον

(너희 둘은) 왜곡된다

ἀποσύρεσθον

(그 둘은) 왜곡된다

복수 ἀποσυρόμεθα

(우리는) 왜곡된다

ἀποσύρεσθε

(너희는) 왜곡된다

ἀποσύρονται

(그들은) 왜곡된다

접속법단수 ἀποσύρωμαι

(나는) 왜곡되자

ἀποσύρῃ

(너는) 왜곡되자

ἀποσύρηται

(그는) 왜곡되자

쌍수 ἀποσύρησθον

(너희 둘은) 왜곡되자

ἀποσύρησθον

(그 둘은) 왜곡되자

복수 ἀποσυρώμεθα

(우리는) 왜곡되자

ἀποσύρησθε

(너희는) 왜곡되자

ἀποσύρωνται

(그들은) 왜곡되자

기원법단수 ἀποσυροίμην

(나는) 왜곡되기를 (바라다)

ἀποσύροιο

(너는) 왜곡되기를 (바라다)

ἀποσύροιτο

(그는) 왜곡되기를 (바라다)

쌍수 ἀποσύροισθον

(너희 둘은) 왜곡되기를 (바라다)

ἀποσυροίσθην

(그 둘은) 왜곡되기를 (바라다)

복수 ἀποσυροίμεθα

(우리는) 왜곡되기를 (바라다)

ἀποσύροισθε

(너희는) 왜곡되기를 (바라다)

ἀποσύροιντο

(그들은) 왜곡되기를 (바라다)

명령법단수 ἀποσύρου

(너는) 왜곡되어라

ἀποσυρέσθω

(그는) 왜곡되어라

쌍수 ἀποσύρεσθον

(너희 둘은) 왜곡되어라

ἀποσυρέσθων

(그 둘은) 왜곡되어라

복수 ἀποσύρεσθε

(너희는) 왜곡되어라

ἀποσυρέσθων, ἀποσυρέσθωσαν

(그들은) 왜곡되어라

부정사 ἀποσύρεσθαι

왜곡되는 것

분사 남성여성중성
ἀποσυρομενος

ἀποσυρομενου

ἀποσυρομενη

ἀποσυρομενης

ἀποσυρομενον

ἀποσυρομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπέσυρον

(나는) 왜곡하고 있었다

ἀπέσυρες

(너는) 왜곡하고 있었다

ἀπέσυρεν*

(그는) 왜곡하고 있었다

쌍수 ἀπεσύρετον

(너희 둘은) 왜곡하고 있었다

ἀπεσυρέτην

(그 둘은) 왜곡하고 있었다

복수 ἀπεσύρομεν

(우리는) 왜곡하고 있었다

ἀπεσύρετε

(너희는) 왜곡하고 있었다

ἀπέσυρον

(그들은) 왜곡하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπεσυρόμην

(나는) 왜곡되고 있었다

ἀπεσύρου

(너는) 왜곡되고 있었다

ἀπεσύρετο

(그는) 왜곡되고 있었다

쌍수 ἀπεσύρεσθον

(너희 둘은) 왜곡되고 있었다

ἀπεσυρέσθην

(그 둘은) 왜곡되고 있었다

복수 ἀπεσυρόμεθα

(우리는) 왜곡되고 있었다

ἀπεσύρεσθε

(너희는) 왜곡되고 있었다

ἀπεσύροντο

(그들은) 왜곡되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • βίων δὲ προαρπάσαντόσ τινοσ τὰ ἐπάνω τοῦ ἰχθύοσ στρέψασ καὶ αὐτὸσ τὸν ἰχθὺν ἀπέσυρε καὶ δαψιλῶσ φαγὼν ἐπεῖπεν· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 322)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 322)

  • ἀλλ’ ὅτε δή μιν ἀμηχανέοντ’ ἐνόησε, μέσσησ ῥινὸσ ὕπερθε κατ’ ὀφρύοσ ἤλασε πυγμῇ, πᾶν δ’ ἀπέσυρε μέτωπον ἐσ ὀστέον. (Theocritus, Idylls, 67)

    (테오크리토스, Idylls, 67)

  • προσαγαγὼν δὲ τὰσ μηχανὰσ τῇ πόλει καὶ πυκνοῖσ χρώμενοσ τοῖσ βέλεσι τῇ μὲν τὰσ ἐπάλξεισ ἀπέσυρε τοῖσ πετροβόλοισ, τῇ δὲ τὰ τείχη διέσεισε τοῖσ κριοῖσ. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 20, chapter 48 4:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 20, chapter 48 4:1)

  • πλησιαζόντων δὲ τῶν ἐρευνωμένων ̔τοῦτον γὰρ δὴ φιλοτιμότατα πάντων Ἀντώνιόσ τε ἐζήτει καὶ Ἀντωνίῳ πάντεσ̓ ἐσ τὸ δωμάτιον αὐτοῦ κόρακεσ ἐσπτάντεσ ἔκλαζον, ἐπεγείροντεσ ἀπὸ τοῦ ὕπνου, καὶ τὸ ἱμάτιον ἀπέσυρον ἀπὸ τοῦ σώματοσ, ἑώσ οἱ θεράποντεσ, σημηνάμενοι τὸ γιγνόμενον εἶναι σύμβολον ἔκ του θεῶν, ἐσ φορεῖον ἐσθέμενοι τὸν Κικέρωνα αὖθισ ἐπὶ τὴν θάλασσαν ἦγον διὰ λόχμησ βαθείασ λανθάνοντεσ. (Appian, The Civil Wars, book 4, chapter 4 3:3)

    (아피아노스, The Civil Wars, book 4, chapter 4 3:3)

  • ὅτε δὲ καὶ δοκοὺσ ἤ τι τοιοῦτον ἐγχειρήσαιεν ἐπιρρίπτειν ἀπὸ τῶν ἐπάλξεων, ὁμοῦ πάντεσ ἀπεσύροντο καὶ κατεφέροντο πρὸσ τὴν γῆν. (Polybius, Histories, book 10, chapter 13 9:1)

    (폴리비오스, Histories, book 10, chapter 13 9:1)

유의어

  1. 왜곡하다

  2. 노출시키다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION