헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Θυνός

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Θυνός Θυνοῦ

형태분석: Θυν (어간) + ος (어미)

  1. one of the Thyni
  2. an inhabitant of Thynia; a Thynian

곡용 정보

2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • αὐτὸσ δὲ καὶ οἱ Ἕλληνεσ ἐστρατοπεδεύοντο ἀνὰ τὸ Θυνῶν πεδίον. (Xenophon, Anabasis, , chapter 4 3:2)

    (크세노폰, Anabasis, , chapter 4 3:2)

  • τῶν δὲ Θυνῶν ὑποστραφέντεσ τινὲσ ἐν τῷ σκότει τοὺσ παρατρέχοντασ παρ’ οἰκίαν καιομένην ἠκόντιζον εἰσ τὸ φῶσ ἐκ τοῦ σκότουσ· (Xenophon, Anabasis, , chapter 4 22:1)

    (크세노폰, Anabasis, , chapter 4 22:1)

  • οἱ μὲν οὖν Βιθυνοὶ διότι πρότερον Μυσοὶ ὄντεσ μετωνομάσθησαν οὕτωσ ἀπὸ τῶν Θρᾳκῶν τῶν ἐποικησάντων, Βιθυνῶν τε καὶ Θυνῶν, ὁμολογεῖται παρὰ τῶν πλείστων, καὶ σημεῖα τίθενται τοῦ μὲν τῶν Βιθυνῶν ἔθνουσ τὸ μέχρι νῦν ἐν τῇ Θρᾴκῃ λέγεσθαί τινασ Βιθυνούσ, τοῦ δὲ τῶν Θυνῶν τὴν Θυνιάδα ἀκτὴν τὴν πρὸσ Ἀπολλωνίᾳ καὶ Σαλμυδησσῷ. (Strabo, Geography, Book 12, chapter 3 6:1)

    (스트라본, 지리학, Book 12, chapter 3 6:1)

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION