헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Ἡρακλεώτης

1군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Ἡρακλεώτης Ἡρακλεώτου

형태분석: Ἡρακλεωτ (어간) + ης (어미)

  1. an inhabitant of Heraclea

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ πάντων τούτων ὑπεράνω γενόμενοσ καὶ ἀξιώσασ ἑαυτὸν τῶν καλλίστων πρὸσ φιλοσοφίαν ὡρ́μησεν οὐκ Ἀγαθοβούλου μὰ Δί’ οὐδὲ Δημητρίου πρὸ αὐτοῦ οὐδὲ Ἐπικτήτου ἐπεγειράντων, ἀλλὰ πᾶσι μὲν συνεγένετο τούτοισ καὶ ἔτι Τιμοκράτει τῷ Ἡρακλεώτῃ σοφῷ ἀνδρὶ φωνήν τε καὶ γνώμην μάλιστα κεκοσμημένῳ· (Lucian, (no name) 3:2)

    (루키아노스, (no name) 3:2)

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION