헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπαναλαμβάνω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπαναλαμβάνω ἐπαναλήψομαι

형태분석: ἐπ (접두사) + ἀνα (접두사) + λαμβάν (어간) + ω (인칭어미)

  1. 반복하다, 되풀이하다, 중복되다, 따라하다
  2. 고치다, 복습하다, 맞다
  1. to take up again, resume, repeat
  2. to revise, correct

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπαναλαμβάνω

(나는) 반복한다

ἐπαναλαμβάνεις

(너는) 반복한다

ἐπαναλαμβάνει

(그는) 반복한다

쌍수 ἐπαναλαμβάνετον

(너희 둘은) 반복한다

ἐπαναλαμβάνετον

(그 둘은) 반복한다

복수 ἐπαναλαμβάνομεν

(우리는) 반복한다

ἐπαναλαμβάνετε

(너희는) 반복한다

ἐπαναλαμβάνουσιν*

(그들은) 반복한다

접속법단수 ἐπαναλαμβάνω

(나는) 반복하자

ἐπαναλαμβάνῃς

(너는) 반복하자

ἐπαναλαμβάνῃ

(그는) 반복하자

쌍수 ἐπαναλαμβάνητον

(너희 둘은) 반복하자

ἐπαναλαμβάνητον

(그 둘은) 반복하자

복수 ἐπαναλαμβάνωμεν

(우리는) 반복하자

ἐπαναλαμβάνητε

(너희는) 반복하자

ἐπαναλαμβάνωσιν*

(그들은) 반복하자

기원법단수 ἐπαναλαμβάνοιμι

(나는) 반복하기를 (바라다)

ἐπαναλαμβάνοις

(너는) 반복하기를 (바라다)

ἐπαναλαμβάνοι

(그는) 반복하기를 (바라다)

쌍수 ἐπαναλαμβάνοιτον

(너희 둘은) 반복하기를 (바라다)

ἐπαναλαμβανοίτην

(그 둘은) 반복하기를 (바라다)

복수 ἐπαναλαμβάνοιμεν

(우리는) 반복하기를 (바라다)

ἐπαναλαμβάνοιτε

(너희는) 반복하기를 (바라다)

ἐπαναλαμβάνοιεν

(그들은) 반복하기를 (바라다)

명령법단수 ἐπαναλάμβανε

(너는) 반복해라

ἐπαναλαμβανέτω

(그는) 반복해라

쌍수 ἐπαναλαμβάνετον

(너희 둘은) 반복해라

ἐπαναλαμβανέτων

(그 둘은) 반복해라

복수 ἐπαναλαμβάνετε

(너희는) 반복해라

ἐπαναλαμβανόντων, ἐπαναλαμβανέτωσαν

(그들은) 반복해라

부정사 ἐπαναλαμβάνειν

반복하는 것

분사 남성여성중성
ἐπαναλαμβανων

ἐπαναλαμβανοντος

ἐπαναλαμβανουσα

ἐπαναλαμβανουσης

ἐπαναλαμβανον

ἐπαναλαμβανοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπαναλαμβάνομαι

(나는) 반복된다

ἐπαναλαμβάνει, ἐπαναλαμβάνῃ

(너는) 반복된다

ἐπαναλαμβάνεται

(그는) 반복된다

쌍수 ἐπαναλαμβάνεσθον

(너희 둘은) 반복된다

ἐπαναλαμβάνεσθον

(그 둘은) 반복된다

복수 ἐπαναλαμβανόμεθα

(우리는) 반복된다

ἐπαναλαμβάνεσθε

(너희는) 반복된다

ἐπαναλαμβάνονται

(그들은) 반복된다

접속법단수 ἐπαναλαμβάνωμαι

(나는) 반복되자

ἐπαναλαμβάνῃ

(너는) 반복되자

ἐπαναλαμβάνηται

(그는) 반복되자

쌍수 ἐπαναλαμβάνησθον

(너희 둘은) 반복되자

ἐπαναλαμβάνησθον

(그 둘은) 반복되자

복수 ἐπαναλαμβανώμεθα

(우리는) 반복되자

ἐπαναλαμβάνησθε

(너희는) 반복되자

ἐπαναλαμβάνωνται

(그들은) 반복되자

기원법단수 ἐπαναλαμβανοίμην

(나는) 반복되기를 (바라다)

ἐπαναλαμβάνοιο

(너는) 반복되기를 (바라다)

ἐπαναλαμβάνοιτο

(그는) 반복되기를 (바라다)

쌍수 ἐπαναλαμβάνοισθον

(너희 둘은) 반복되기를 (바라다)

ἐπαναλαμβανοίσθην

(그 둘은) 반복되기를 (바라다)

복수 ἐπαναλαμβανοίμεθα

(우리는) 반복되기를 (바라다)

ἐπαναλαμβάνοισθε

(너희는) 반복되기를 (바라다)

ἐπαναλαμβάνοιντο

(그들은) 반복되기를 (바라다)

명령법단수 ἐπαναλαμβάνου

(너는) 반복되어라

ἐπαναλαμβανέσθω

(그는) 반복되어라

쌍수 ἐπαναλαμβάνεσθον

(너희 둘은) 반복되어라

ἐπαναλαμβανέσθων

(그 둘은) 반복되어라

복수 ἐπαναλαμβάνεσθε

(너희는) 반복되어라

ἐπαναλαμβανέσθων, ἐπαναλαμβανέσθωσαν

(그들은) 반복되어라

부정사 ἐπαναλαμβάνεσθαι

반복되는 것

분사 남성여성중성
ἐπαναλαμβανομενος

ἐπαναλαμβανομενου

ἐπαναλαμβανομενη

ἐπαναλαμβανομενης

ἐπαναλαμβανομενον

ἐπαναλαμβανομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπαναλήψομαι

(나는) 반복하겠다

ἐπαναλήψει, ἐπαναλήψῃ

(너는) 반복하겠다

ἐπαναλήψεται

(그는) 반복하겠다

쌍수 ἐπαναλήψεσθον

(너희 둘은) 반복하겠다

ἐπαναλήψεσθον

(그 둘은) 반복하겠다

복수 ἐπαναληψόμεθα

(우리는) 반복하겠다

ἐπαναλήψεσθε

(너희는) 반복하겠다

ἐπαναλήψονται

(그들은) 반복하겠다

기원법단수 ἐπαναληψοίμην

(나는) 반복하겠기를 (바라다)

ἐπαναλήψοιο

(너는) 반복하겠기를 (바라다)

ἐπαναλήψοιτο

(그는) 반복하겠기를 (바라다)

쌍수 ἐπαναλήψοισθον

(너희 둘은) 반복하겠기를 (바라다)

ἐπαναληψοίσθην

(그 둘은) 반복하겠기를 (바라다)

복수 ἐπαναληψοίμεθα

(우리는) 반복하겠기를 (바라다)

ἐπαναλήψοισθε

(너희는) 반복하겠기를 (바라다)

ἐπαναλήψοιντο

(그들은) 반복하겠기를 (바라다)

부정사 ἐπαναλήψεσθαι

반복할 것

분사 남성여성중성
ἐπαναληψομενος

ἐπαναληψομενου

ἐπαναληψομενη

ἐπαναληψομενης

ἐπαναληψομενον

ἐπαναληψομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπανελάμβανον

(나는) 반복하고 있었다

ἐπανελάμβανες

(너는) 반복하고 있었다

ἐπανελάμβανεν*

(그는) 반복하고 있었다

쌍수 ἐπανελαμβάνετον

(너희 둘은) 반복하고 있었다

ἐπανελαμβανέτην

(그 둘은) 반복하고 있었다

복수 ἐπανελαμβάνομεν

(우리는) 반복하고 있었다

ἐπανελαμβάνετε

(너희는) 반복하고 있었다

ἐπανελάμβανον

(그들은) 반복하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπανελαμβανόμην

(나는) 반복되고 있었다

ἐπανελαμβάνου

(너는) 반복되고 있었다

ἐπανελαμβάνετο

(그는) 반복되고 있었다

쌍수 ἐπανελαμβάνεσθον

(너희 둘은) 반복되고 있었다

ἐπανελαμβανέσθην

(그 둘은) 반복되고 있었다

복수 ἐπανελαμβανόμεθα

(우리는) 반복되고 있었다

ἐπανελαμβάνεσθε

(너희는) 반복되고 있었다

ἐπανελαμβάνοντο

(그들은) 반복되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔχει δὴ τὰ τοιαῦτα οὐ κακῶσ τινα τρόπον εἰρημένα, χρὴ δ’ ἐπαναλαμβάνειν πρὸσ αὑτὸν τὰ τοιάδε. (Plato, Laws, book 5 140:1)

    (플라톤, Laws, book 5 140:1)

유의어

  1. 반복하다

  2. 고치다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION