헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀμφιλογία

1군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀμφιλογία

어원: from a)mfi/logos

  1. 분쟁, 다툼, 논쟁
  1. dispute, debate

예문

  • ἐγένετο μὲν οὖν περὶ τοῦ δόγματοσ ἀμφιλογία, καὶ πολλοὶ ἦσαν οἱ τὸν πόλεμον οὐκ ἐῶντεσ ἐκφέρειν τῆσ τε κληρουχίασ ὑπομιμνήσκοντεσ τοὺσ δημοτικούσ, ἧσ γε πέμπτον ἔτοσ ἐψηφισμένησ ὑπὸ τοῦ συνεδρίου κενῇ πιστεύσαντεσ ἐλπίδι ἐξηπάτηντο, καὶ κοινὸν ἀποφαίνοντεσ πόλεμον, εἰ κοινῇ χρήσεται γνώμῃ πᾶσα Τυρρηνία τοῖσ ὁμοεθνέσι βοηθοῦσα. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books VII-IX, book 8, chapter 91 4:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books VII-IX, book 8, chapter 91 4:1)

유의어

  1. 분쟁

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION