헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χοροποιός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: χοροποιός χοροποιόν

형태분석: χοροποι (어간) + ος (어미)

어원: poie/w

  1. instituting or arranging a chorus
  2. leading the dance

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 χοροποιός

(이)가

χορόποιον

(것)가

속격 χοροποιοῦ

(이)의

χοροποίου

(것)의

여격 χοροποιῷ

(이)에게

χοροποίῳ

(것)에게

대격 χοροποιόν

(이)를

χορόποιον

(것)를

호격 χοροποιέ

(이)야

χορόποιον

(것)야

쌍수주/대/호 χοροποιώ

(이)들이

χοροποίω

(것)들이

속/여 χοροποιοῖν

(이)들의

χοροποίοιν

(것)들의

복수주격 χοροποιοί

(이)들이

χορόποια

(것)들이

속격 χοροποιῶν

(이)들의

χοροποίων

(것)들의

여격 χοροποιοῖς

(이)들에게

χοροποίοις

(것)들에게

대격 χοροποιούς

(이)들을

χορόποια

(것)들을

호격 χοροποιοί

(이)들아

χορόποια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐκ ἐπὶ καλλιχόροισ στεφάνοισι νεάνιδοσ ὡρ́ασ βόστρυχον ἀμπετάσασ λωτοῦ κατὰ πνεύματα μέλπῃ μοῦσαν, ἐν ᾇ χάριτεσ χοροποιοί, ἀλλὰ σὺν ὁπλοφόροισ στρατὸν Ἀργείων ἐπιπνεύσασ αἵματι Θήβασ κῶμον ἀναυλότατον προχορεύεισ. (Euripides, Phoenissae, choral, strophe 12)

    (에우리피데스, Phoenissae, choral, strophe 12)

  • ὦ κάλλιστοσ μὲν αὐτοὶ χορὸσ τῷ πατρὶ, πολλοὺσ δὲ ἀνάγοντεσ παρὰ ἀνθρώπων, χοροποιοὶ μακρῷ πάντων ἄριστοι, καὶ προσέτι ἱεροποιοί τε καὶ ἐπιστάται κρατήρων καὶ χαρίτων ἁπασῶν, αἱ μὲν ἄλλαι θυσίαι τε καὶ ἑορταὶ νόμῳ καθεστᾶσιν, ὡσ εἰπεῖν, αἱ δ’ ἀφ’ ὑμῶν καὶ τοῦ περὶ ὑμᾶσ ἐργαστηρίου πλεῖσται μὲν ἐφ’ ἡμέρᾳ καὶ πρὸσ ἁπάσασ τὰσ ἄλλασ, καθαρῶσ δὲ ἀπὸ καρδίασ ἔρχονται, τὴν εὐθυμίαν ἀφ’ ὧν σύνισμεν φέρουσαι, ὑμῶν ἴχνη πλεῖστα καὶ φανερώτατα. (Aristides, Aelius, Orationes, 6:3)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 6:3)

유의어

  1. leading the dance

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION