헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χοροδιδάσκαλος

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: χοροδιδάσκαλος

  1. the person who trained the chorus, the chorus-master

예문

  • Καλλίμαχοσ δ’ ὁ χοροδιδάσκαλοσ αὐτοῖσιν εἰσοίσει τι; (Aristophanes, Ecclesiazusae, Episode 3:6)

    (아리스토파네스, Ecclesiazusae, Episode 3:6)

  • οὔτε γὰρ γραφεὺσ ἐάσειεν ἂν τὸν ὑπερβάλλοντα πόδα τῆσ συμμετρίασ ἔχειν τὸ ζῷον, οὐδ’ εἰ διαφέροι τὸ κάλλοσ, οὔτε ναυπηγὸσ πρύμναν ἢ τῶν ἄλλων τι μορίων τῶν τῆσ νεώσ, οὐδὲ δὴ χοροδιδάσκαλοσ τὸν μεῖζον καὶ κάλλιον τοῦ παντὸσ χοροῦ φθεγγόμενον ἐάσει συγχορεύειν. (Aristotle, Politics, Book 3 224:2)

    (아리스토텔레스, 정치학, Book 3 224:2)

  • τὴν μὲν γὰρ οἰκίαν τὴν ἐν ἄστει ἀπέδοθ’ οὗτοσ Ναυσικράτει τῷ κωμικῷ ποιητῇ, ὕστερον δ’ αὐτὴν ἐπρίατο παρὰ τοῦ Ναυσικράτουσ εἴκοσι μνῶν Κλεαίνετοσ ὁ χοροδιδάσκαλοσ· (Aeschines, Speeches, , section 983)

    (아이스키네스, 연설, , section 983)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION