ὑποσπάω
α 축약 동사;
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ὑποσπάω
ὑποσπάσω
형태분석:
ὑπο
(접두사)
+
σπά
(어간)
+
ω
(인칭어미)
뜻
- to draw away from under
- to withdraw secretly, withdrew, secretly
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- "ὁ δ’ Ἡρακλῆσ, οὔπω τὸν Προμηθέα λελυκὼσ οὐδὲ τοῖσ περὶ τὸν Χείρωνα καὶ Ἄτλαντα σοφισταῖσ διειλεγμένοσ ἀλλὰ νέοσ ὢν καὶ κομιδῇ Βοιώτιοσ, ἀναιρῶν τὴν διαλεκτικὴν καὶ καταγελῶν τοῦ εἰτὸ πρῶτον, τὸ δεύτερον ὑποσπᾶν ἔδοξε βίᾳ τὸν τρίποδα καὶ διαμάχεσθαι πρὸσ τὸν θεὸν ὑπὲρ τῆσ τέχνησ· (Plutarch, De E apud Delphos, section 6 2:19)
(플루타르코스, De E apud Delphos, section 6 2:19)
- οὐ γάρ ἐστι τῆσ αὐτῆσ ψυχῆσ Ἀνδροτίωνα μὲν καὶ Μελάνωπον καὶ Γλαυκέτην ἐλεεῖν, ἃ κλέψαντεσ εἶχον εἰ καταθήσουσι, τουτωνὶ δὲ τοσούτων ὄντων καὶ τῶν ἄλλων πολιτῶν, ὧν ἐπὶ τὰσ οἰκίασ ἐβάδιζεσ σὺ τοὺσ ἕνδεκα καὶ τοὺσ ἀποδέκτασ ἔχων καὶ τοὺσ ὑπηρέτασ, μηδένα πώποτ’ ἐλεῆσαι, ἀλλὰ θύρασ ἀφαιρεῖν καὶ στρώμαθ’ ὑποσπᾶν καὶ διάκονον, εἴ τισ ἐχρῆτο, ταύτην ἐνεχυράζειν· (Demosthenes, Speeches 21-30, 271:1)
(데모스테네스, Speeches 21-30, 271:1)
유의어
-
to draw away from under
-
to withdraw secretly
파생어
- ἀνασπάω (조립하다, 구성하다, 짜다)
- ἀποσπάω (찢다, 쫓아내다, 잘라버리다)
- διασπάω (부수다, 찢다, 넘어뜨리다)
- ἐκσπάω (묘사하다, 끌다, 나아가다)
- ἐξανασπάω (to tear away from, to tear up from)
- ἐπισπάω (야기시키다, 유발시키다, 불러일으키다)
- κατασπάω (끌다, 이끌다, 당기다)
- μετασπάω (to draw over from one side to another)
- παρασπάω (늘어뜨리다, 떼다, 채어가다)
- περισπάω (옷을 벗다)
- σπάω (당기다, 그리다, 끌다)
- συνανασπάω (to draw up together)
- συνεπισπάω (to draw on together, to draw on along with one)
- συσπάω (옮다, 계약하다, 고용하다)