τέρμων
3군 변화 명사; 남성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
τέρμων
τέρμονος
형태분석:
τερμων
(어간)
뜻
- 경계, 한계
- 끝, 매듭
- a boundary
- an end
곡용 정보
3군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- τῇ μὲν δίδυμον χθονὸσ Εὐρώπησ μέγαν ἠδ̓ Ἀσίασ τέρμονα Φᾶσιν. (Arrian, Periplus Ponti Euxini, chapter 19 4:1)
(아리아노스, Periplus Ponti Euxini, chapter 19 4:1)
- οὕτω δὴ τὸν ἐν Ἰλίῳ ναὸν καὶ θυόεντα βω‐ μὸν προύδωκασ Ἀχαιοῖσ, ὦ Ζεῦ, καὶ πελάνων φλόγα σμύρνησ αἰθερίασ τε κα‐ πνὸν καὶ Πέργαμον ἱερὰν Ἰδαῖά τ’ Ἰδαῖα κισσοφόρα νάπη χιόνι κατάρυτα ποταμίᾳ τέρμονα πρωτόβολόν θ’ ἁλίῳ, τὰν καταλαμπομέναν ζαθέαν θεράπναν. (Euripides, The Trojan Women, choral, strophe 11)
(에우리피데스, The Trojan Women, choral, strophe 11)
- ἦ που κόρασ ἂν ποταμοῦ παρ’ οἶδμα Λευκιππίδασ ἢ πρὸ ναοῦ Παλλάδοσ ἂν λάβοισ χρόνῳ ξυνελθοῦσα χοροῖσ ἢ κώμοισ Υἁκίνθου νύχιον ἐσ εὐφροσύναν, ὃν ἐξαμιλλησάμενοσ τροχῷ τέρμονα δίσκου ἔκανε Φοῖβοσ, τᾷ Λακαί‐ νᾳ γᾷ βούθυτον ἁμέραν· (Euripides, Helen, choral, antistrophe 11)
(에우리피데스, Helen, choral, antistrophe 11)
- ἡ δ’ Ἐφρὰν φυλὴ τὴν ἄχρι Γαζάρων ἀπὸ Ιὀρδάνου ποταμοῦ μηκυνομένην ἔλαχεν, εὐρεῖαν δὲ ὅσον ἀπὸ Βεθήλων εἰσ τὸ μέγα τελευτᾷ πεδίον, τῆσ τε Μανασσήτιδοσ οἱ ἡμίσεισ ἀπὸ μὲν Ιὀρδάνου μέχρι Δώρων πόλεωσ, πλάτοσ δὲ ἐπὶ Βηθησάνων, ἣ νῦν Σκυθόπολισ καλεῖται, καὶ μετὰ τούτουσ Ἰσαχαρὶσ Κάρμηλόν τε τὸ ὄροσ καὶ τὸν ποταμὸν τοῦ μήκουσ ποιησαμένη τέρμονα, τὸ δὲ Ἰταβύριον ὄροσ τοῦ πλάτουσ. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 5 106:1)
(플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 5 106:1)
유의어
-
경계
-
끝
- τέλος (끝)
- τελευτή (끝, 매듭)
- τελευτή (끝, 매듭, 막바지)
- ἔξοδος (끝, 종료, 결론)
- πόρος (a means to an end)
- τελευτή (at the end, at last)
- τελευτή (끝, 매듭, 막바지)
- ἄκρον (끝, 매듭, 막바지)
- τέρθρον (끝, 매듭, 막바지)
- τέρμα (끝, 경계, 한계)
- λυσανίης (ending sorrow)