헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πτῶσις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πτῶσις πτώσεως

형태분석: πτωσι (어간) + ς (어미)

어원: pi/ptw, pe/ptwka

  1. 추락, 낙하, 가을
  2. 상자, 격
  1. falling, a fall
  2. (grammar) case
  3. (grammar) inflection
  4. arrangement of terms in a syllogism

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πτῶσις

추락이

πτώσει

추락들이

πτώσεις

추락들이

속격 πτώσεως

추락의

πτώσοιν

추락들의

πτώσεων

추락들의

여격 πτώσει

추락에게

πτώσοιν

추락들에게

πτώσεσιν*

추락들에게

대격 πτῶσιν

추락을

πτώσει

추락들을

πτώσεις

추락들을

호격 πτῶσι

추락아

πτώσει

추락들아

πτώσεις

추락들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἀνέστη ἀπὸ τῆσ πτώσεωσ καὶ ἐκάλεσε τὴν ἅβραν αὐτῆσ καὶ κατέβη εἰσ τὸν οἶκον, ἐν ᾧ διέτριβεν ἐν αὐτῷ ἐν ταῖσ ἡμέραισ τῶν σαββάτων καὶ ἐν ταῖσ ἑορταῖσ αὐτῆσ. (Septuagint, Liber Iudith 10:2)

    (70인역 성경, 유딧기 10:2)

  • ὁ ἀνταποδιδοὺσ χάριτασ μέμνηται εἰσ τὰ μετὰ ταῦτα, καὶ ἐν καιρῷ πτώσεωσ εὑρήσει στήριγμα. (Septuagint, Liber Sirach 3:30)

    (70인역 성경, Liber Sirach 3:30)

  • ἐὰν ἀποπλανηθῇ, ἐγκαταλείψει αὐτὸν καὶ παραδώσει αὐτὸν εἰσ χεῖρασ πτώσεωσ αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Sirach 4:19)

    (70인역 성경, Liber Sirach 4:19)

  • οἱ ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ τοὺσ ἀγαπῶντασ αὐτόν. ὑπερασπισμὸσ δυναστείασ καὶ στήριγμα ἰσχύοσ, σκέπη ἀπὸ καύσωνοσ καὶ σκέπη ἀπὸ μεσημβρίασ, φυλακὴ ἀπὸ προσκόμματοσ καὶ βοήθεια ἀπὸ πτώσεωσ, (Septuagint, Liber Sirach 34:16)

    (70인역 성경, Liber Sirach 34:16)

  • ὁ φροντίζων τοῦ λαοῦ αὐτοῦ ἀπὸ πτώσεωσ καὶ ἐνισχύσασ πόλιν ἐν πολιορκήσει. (Septuagint, Liber Sirach 50:4)

    (70인역 성경, Liber Sirach 50:4)

  • συντήρησον καὶ πρόσεχε σφοδρῶσ, ὅτι μετὰ τῆσ πτώσεώσ σου περιπατεῖσ. [ (Septuagint, Liber Sirach 13:13)

    (70인역 성경, Liber Sirach 13:13)

유의어

  1. 추락

  2. 상자

  3. inflection

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION