- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πτῶσις?

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: ptōsis 고전 발음: [또:시] 신약 발음: [또시]

기본형: πτῶσις πτώσεως

형태분석: πτωσι (어간) + ς (어미)

  1. 추락, 낙하, 가을
  2. 상자, 격
  1. falling, a fall
  2. (grammar) case
  3. (grammar) inflection
  4. arrangement of terms in a syllogism

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πτῶσις

추락이

πτώσει

추락들이

πτώσεις

추락들이

속격 πτώσεως

추락의

πτώσοιν

추락들의

πτώσεων

추락들의

여격 πτώσει

추락에게

πτώσοιν

추락들에게

πτώσεσι(ν)

추락들에게

대격 πτῶσιν

추락을

πτώσει

추락들을

πτώσεις

추락들을

호격 πτῶσι

추락아

πτώσει

추락들아

πτώσεις

추락들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ εἶδον οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ὅτι προκατελάβετο τὸ ἔνεδρον τὴν Γαβαά, καὶ ἔστησαν ἐν τῇ παρατάξει, καὶ Βενιαμὶν ἤρξατο πατάσσειν τραυματίας ἐν ἀνδράσιν Ἰσραὴλ ὡς τριάκοντα ἄνδρας, ὅτι εἶπαν. πάλιν πτώσει πίπτουσιν ἐνώπιον ἡμῶν ὡς ἡ παράταξις ἡ πρώτη. (Septuagint, Liber Iudicum 20:39)

    (70인역 성경, 판관기 20:39)

  • π μὴ παραδῷς, Κύριε, τὸ σκῆπτρόν σου τοῖς μὴ οὖσι, καὶ μὴ καταγελασάτωσαν ἐν τῇ πτώσει ἡμῶν, ἀλλὰ στρέψον τὴν βουλὴν αὐτῶν ἐπ᾿ αὐτούς, τὸν δὲ ἀρξάμενον ἐφ᾿ ἡμᾶς παραδειγμάτισον. (Septuagint, Liber Esther 4:32)

    (70인역 성경, 에스테르기 4:32)

  • Ἐννέα ὑπονοήματα ἐμακάρισα ἐν καρδίᾳ καὶ τὸ δέκατον ἐρῶ ἐπὶ γλώσσης. ἄνθρωπος εὐφραινόμενος ἐπὶ τέκνοις, ζῶν καὶ βλέπων ἐπὶ πτώσει ἐχθρῶν. (Septuagint, Liber Sirach 25:7)

    (70인역 성경, Liber Sirach 25:7)

  • παγίδι ἁλώσονται οἱ εὐφραινόμενοι πτώσει εὐσεβῶν, καὶ ὀδύνη καταναλώσει αὐτοὺς πρὸ τοῦ θανάτου αὐτῶν. (Septuagint, Liber Sirach 27:29)

    (70인역 성경, Liber Sirach 27:29)

  • κατῃσχύνθησαν, ὅτι ἐξελίποσαν. καὶ οὐδ ὡς καταισχυνόμενοι κατῃσχύνθησαν καὶ τὴν ἀτιμίαν αὐτῶν οὐκ ἔγνωσαν. διὰ τοῦτο πεσοῦνται ἐν τῇ πτώσει αὐτῶν καὶ ἐν καιρῷ ἐπισκοπῆς ἀπολοῦνται, εἶπε Κύριος. (Septuagint, Liber Ieremiae 6:15)

    (70인역 성경, 예레미야서 6:15)

유의어

  1. 추락

  2. 상자

  3. inflection

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION