헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσκαλέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσκαλέω προσκαλέσω

형태분석: προς (접두사) + καλέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 소환하다, 부르다, 불러내다, 초대하다
  2. 부르다
  1. to call to, call on, summon
  2. (middle voice, perfect passive) to call to oneself, call to one
  3. (in Attic, of an accuser) to cite or summon to court

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσκαλῶ

(나는) 소환한다

προσκαλεῖς

(너는) 소환한다

προσκαλεῖ

(그는) 소환한다

쌍수 προσκαλεῖτον

(너희 둘은) 소환한다

προσκαλεῖτον

(그 둘은) 소환한다

복수 προσκαλοῦμεν

(우리는) 소환한다

προσκαλεῖτε

(너희는) 소환한다

προσκαλοῦσιν*

(그들은) 소환한다

접속법단수 προσκαλῶ

(나는) 소환하자

προσκαλῇς

(너는) 소환하자

προσκαλῇ

(그는) 소환하자

쌍수 προσκαλῆτον

(너희 둘은) 소환하자

προσκαλῆτον

(그 둘은) 소환하자

복수 προσκαλῶμεν

(우리는) 소환하자

προσκαλῆτε

(너희는) 소환하자

προσκαλῶσιν*

(그들은) 소환하자

기원법단수 προσκαλοῖμι

(나는) 소환하기를 (바라다)

προσκαλοῖς

(너는) 소환하기를 (바라다)

προσκαλοῖ

(그는) 소환하기를 (바라다)

쌍수 προσκαλοῖτον

(너희 둘은) 소환하기를 (바라다)

προσκαλοίτην

(그 둘은) 소환하기를 (바라다)

복수 προσκαλοῖμεν

(우리는) 소환하기를 (바라다)

προσκαλοῖτε

(너희는) 소환하기를 (바라다)

προσκαλοῖεν

(그들은) 소환하기를 (바라다)

명령법단수 προσκάλει

(너는) 소환해라

προσκαλείτω

(그는) 소환해라

쌍수 προσκαλεῖτον

(너희 둘은) 소환해라

προσκαλείτων

(그 둘은) 소환해라

복수 προσκαλεῖτε

(너희는) 소환해라

προσκαλούντων, προσκαλείτωσαν

(그들은) 소환해라

부정사 προσκαλεῖν

소환하는 것

분사 남성여성중성
προσκαλων

προσκαλουντος

προσκαλουσα

προσκαλουσης

προσκαλουν

προσκαλουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσκαλοῦμαι

(나는) 소환된다

προσκαλεῖ, προσκαλῇ

(너는) 소환된다

προσκαλεῖται

(그는) 소환된다

쌍수 προσκαλεῖσθον

(너희 둘은) 소환된다

προσκαλεῖσθον

(그 둘은) 소환된다

복수 προσκαλούμεθα

(우리는) 소환된다

προσκαλεῖσθε

(너희는) 소환된다

προσκαλοῦνται

(그들은) 소환된다

접속법단수 προσκαλῶμαι

(나는) 소환되자

προσκαλῇ

(너는) 소환되자

προσκαλῆται

(그는) 소환되자

쌍수 προσκαλῆσθον

(너희 둘은) 소환되자

προσκαλῆσθον

(그 둘은) 소환되자

복수 προσκαλώμεθα

(우리는) 소환되자

προσκαλῆσθε

(너희는) 소환되자

προσκαλῶνται

(그들은) 소환되자

기원법단수 προσκαλοίμην

(나는) 소환되기를 (바라다)

προσκαλοῖο

(너는) 소환되기를 (바라다)

προσκαλοῖτο

(그는) 소환되기를 (바라다)

쌍수 προσκαλοῖσθον

(너희 둘은) 소환되기를 (바라다)

προσκαλοίσθην

(그 둘은) 소환되기를 (바라다)

복수 προσκαλοίμεθα

(우리는) 소환되기를 (바라다)

προσκαλοῖσθε

(너희는) 소환되기를 (바라다)

προσκαλοῖντο

(그들은) 소환되기를 (바라다)

명령법단수 προσκαλοῦ

(너는) 소환되어라

προσκαλείσθω

(그는) 소환되어라

쌍수 προσκαλεῖσθον

(너희 둘은) 소환되어라

προσκαλείσθων

(그 둘은) 소환되어라

복수 προσκαλεῖσθε

(너희는) 소환되어라

προσκαλείσθων, προσκαλείσθωσαν

(그들은) 소환되어라

부정사 προσκαλεῖσθαι

소환되는 것

분사 남성여성중성
προσκαλουμενος

προσκαλουμενου

προσκαλουμενη

προσκαλουμενης

προσκαλουμενον

προσκαλουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσκαλέσω

(나는) 소환하겠다

προσκαλέσεις

(너는) 소환하겠다

προσκαλέσει

(그는) 소환하겠다

쌍수 προσκαλέσετον

(너희 둘은) 소환하겠다

προσκαλέσετον

(그 둘은) 소환하겠다

복수 προσκαλέσομεν

(우리는) 소환하겠다

προσκαλέσετε

(너희는) 소환하겠다

προσκαλέσουσιν*

(그들은) 소환하겠다

기원법단수 προσκαλέσοιμι

(나는) 소환하겠기를 (바라다)

προσκαλέσοις

(너는) 소환하겠기를 (바라다)

προσκαλέσοι

(그는) 소환하겠기를 (바라다)

쌍수 προσκαλέσοιτον

(너희 둘은) 소환하겠기를 (바라다)

προσκαλεσοίτην

(그 둘은) 소환하겠기를 (바라다)

복수 προσκαλέσοιμεν

(우리는) 소환하겠기를 (바라다)

προσκαλέσοιτε

(너희는) 소환하겠기를 (바라다)

προσκαλέσοιεν

(그들은) 소환하겠기를 (바라다)

부정사 προσκαλέσειν

소환할 것

분사 남성여성중성
προσκαλεσων

προσκαλεσοντος

προσκαλεσουσα

προσκαλεσουσης

προσκαλεσον

προσκαλεσοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσκαλέσομαι

(나는) 소환되겠다

προσκαλέσει, προσκαλέσῃ

(너는) 소환되겠다

προσκαλέσεται

(그는) 소환되겠다

쌍수 προσκαλέσεσθον

(너희 둘은) 소환되겠다

προσκαλέσεσθον

(그 둘은) 소환되겠다

복수 προσκαλεσόμεθα

(우리는) 소환되겠다

προσκαλέσεσθε

(너희는) 소환되겠다

προσκαλέσονται

(그들은) 소환되겠다

기원법단수 προσκαλεσοίμην

(나는) 소환되겠기를 (바라다)

προσκαλέσοιο

(너는) 소환되겠기를 (바라다)

προσκαλέσοιτο

(그는) 소환되겠기를 (바라다)

쌍수 προσκαλέσοισθον

(너희 둘은) 소환되겠기를 (바라다)

προσκαλεσοίσθην

(그 둘은) 소환되겠기를 (바라다)

복수 προσκαλεσοίμεθα

(우리는) 소환되겠기를 (바라다)

προσκαλέσοισθε

(너희는) 소환되겠기를 (바라다)

προσκαλέσοιντο

(그들은) 소환되겠기를 (바라다)

부정사 προσκαλέσεσθαι

소환될 것

분사 남성여성중성
προσκαλεσομενος

προσκαλεσομενου

προσκαλεσομενη

προσκαλεσομενης

προσκαλεσομενον

προσκαλεσομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσεκάλουν

(나는) 소환하고 있었다

προσεκάλεις

(너는) 소환하고 있었다

προσεκάλειν*

(그는) 소환하고 있었다

쌍수 προσεκαλεῖτον

(너희 둘은) 소환하고 있었다

προσεκαλείτην

(그 둘은) 소환하고 있었다

복수 προσεκαλοῦμεν

(우리는) 소환하고 있었다

προσεκαλεῖτε

(너희는) 소환하고 있었다

προσεκάλουν

(그들은) 소환하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσεκαλούμην

(나는) 소환되고 있었다

προσεκαλοῦ

(너는) 소환되고 있었다

προσεκαλεῖτο

(그는) 소환되고 있었다

쌍수 προσεκαλεῖσθον

(너희 둘은) 소환되고 있었다

προσεκαλείσθην

(그 둘은) 소환되고 있었다

복수 προσεκαλούμεθα

(우리는) 소환되고 있었다

προσεκαλεῖσθε

(너희는) 소환되고 있었다

προσεκαλοῦντο

(그들은) 소환되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • προσκαλουμένη τοὺσ παριόντασ καὶ κατευθύνοντασ ἐν ταῖσ ὁδοῖσ αὐτῶν. (Septuagint, Liber Proverbiorum 9:15)

    (70인역 성경, 잠언 9:15)

유의어

  1. 소환하다

  2. 부르다

  3. to cite or summon to court

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION