헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προδιαβάλλω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προδιαβάλλω προδιαβαλῶ

형태분석: προ (접두사) + δια (접두사) + βάλλ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 먼저 보다, 미리 보다
  1. to raise prejudices against, beforehand, to have prejudices raised against one

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προδιαβάλλω

(나는) 먼저 본다

προδιαβάλλεις

(너는) 먼저 본다

προδιαβάλλει

(그는) 먼저 본다

쌍수 προδιαβάλλετον

(너희 둘은) 먼저 본다

προδιαβάλλετον

(그 둘은) 먼저 본다

복수 προδιαβάλλομεν

(우리는) 먼저 본다

προδιαβάλλετε

(너희는) 먼저 본다

προδιαβάλλουσιν*

(그들은) 먼저 본다

접속법단수 προδιαβάλλω

(나는) 먼저 보자

προδιαβάλλῃς

(너는) 먼저 보자

προδιαβάλλῃ

(그는) 먼저 보자

쌍수 προδιαβάλλητον

(너희 둘은) 먼저 보자

προδιαβάλλητον

(그 둘은) 먼저 보자

복수 προδιαβάλλωμεν

(우리는) 먼저 보자

προδιαβάλλητε

(너희는) 먼저 보자

προδιαβάλλωσιν*

(그들은) 먼저 보자

기원법단수 προδιαβάλλοιμι

(나는) 먼저 보기를 (바라다)

προδιαβάλλοις

(너는) 먼저 보기를 (바라다)

προδιαβάλλοι

(그는) 먼저 보기를 (바라다)

쌍수 προδιαβάλλοιτον

(너희 둘은) 먼저 보기를 (바라다)

προδιαβαλλοίτην

(그 둘은) 먼저 보기를 (바라다)

복수 προδιαβάλλοιμεν

(우리는) 먼저 보기를 (바라다)

προδιαβάλλοιτε

(너희는) 먼저 보기를 (바라다)

προδιαβάλλοιεν

(그들은) 먼저 보기를 (바라다)

명령법단수 προδιαβάλλε

(너는) 먼저 봐라

προδιαβαλλέτω

(그는) 먼저 봐라

쌍수 προδιαβάλλετον

(너희 둘은) 먼저 봐라

προδιαβαλλέτων

(그 둘은) 먼저 봐라

복수 προδιαβάλλετε

(너희는) 먼저 봐라

προδιαβαλλόντων, προδιαβαλλέτωσαν

(그들은) 먼저 봐라

부정사 προδιαβάλλειν

먼저 보는 것

분사 남성여성중성
προδιαβαλλων

προδιαβαλλοντος

προδιαβαλλουσα

προδιαβαλλουσης

προδιαβαλλον

προδιαβαλλοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προδιαβάλλομαι

(나는) 먼저 보인다

προδιαβάλλει, προδιαβάλλῃ

(너는) 먼저 보인다

προδιαβάλλεται

(그는) 먼저 보인다

쌍수 προδιαβάλλεσθον

(너희 둘은) 먼저 보인다

προδιαβάλλεσθον

(그 둘은) 먼저 보인다

복수 προδιαβαλλόμεθα

(우리는) 먼저 보인다

προδιαβάλλεσθε

(너희는) 먼저 보인다

προδιαβάλλονται

(그들은) 먼저 보인다

접속법단수 προδιαβάλλωμαι

(나는) 먼저 보이자

προδιαβάλλῃ

(너는) 먼저 보이자

προδιαβάλληται

(그는) 먼저 보이자

쌍수 προδιαβάλλησθον

(너희 둘은) 먼저 보이자

προδιαβάλλησθον

(그 둘은) 먼저 보이자

복수 προδιαβαλλώμεθα

(우리는) 먼저 보이자

προδιαβάλλησθε

(너희는) 먼저 보이자

προδιαβάλλωνται

(그들은) 먼저 보이자

기원법단수 προδιαβαλλοίμην

(나는) 먼저 보이기를 (바라다)

προδιαβάλλοιο

(너는) 먼저 보이기를 (바라다)

προδιαβάλλοιτο

(그는) 먼저 보이기를 (바라다)

쌍수 προδιαβάλλοισθον

(너희 둘은) 먼저 보이기를 (바라다)

προδιαβαλλοίσθην

(그 둘은) 먼저 보이기를 (바라다)

복수 προδιαβαλλοίμεθα

(우리는) 먼저 보이기를 (바라다)

προδιαβάλλοισθε

(너희는) 먼저 보이기를 (바라다)

προδιαβάλλοιντο

(그들은) 먼저 보이기를 (바라다)

명령법단수 προδιαβάλλου

(너는) 먼저 보여라

προδιαβαλλέσθω

(그는) 먼저 보여라

쌍수 προδιαβάλλεσθον

(너희 둘은) 먼저 보여라

προδιαβαλλέσθων

(그 둘은) 먼저 보여라

복수 προδιαβάλλεσθε

(너희는) 먼저 보여라

προδιαβαλλέσθων, προδιαβαλλέσθωσαν

(그들은) 먼저 보여라

부정사 προδιαβάλλεσθαι

먼저 보이는 것

분사 남성여성중성
προδιαβαλλομενος

προδιαβαλλομενου

προδιαβαλλομενη

προδιαβαλλομενης

προδιαβαλλομενον

προδιαβαλλομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προδιαβαλῶ

(나는) 먼저 보겠다

προδιαβαλεῖς

(너는) 먼저 보겠다

προδιαβαλεῖ

(그는) 먼저 보겠다

쌍수 προδιαβαλεῖτον

(너희 둘은) 먼저 보겠다

προδιαβαλεῖτον

(그 둘은) 먼저 보겠다

복수 προδιαβαλοῦμεν

(우리는) 먼저 보겠다

προδιαβαλεῖτε

(너희는) 먼저 보겠다

προδιαβαλοῦσιν*

(그들은) 먼저 보겠다

기원법단수 προδιαβαλοῖμι

(나는) 먼저 보겠기를 (바라다)

προδιαβαλοῖς

(너는) 먼저 보겠기를 (바라다)

προδιαβαλοῖ

(그는) 먼저 보겠기를 (바라다)

쌍수 προδιαβαλοῖτον

(너희 둘은) 먼저 보겠기를 (바라다)

προδιαβαλοίτην

(그 둘은) 먼저 보겠기를 (바라다)

복수 προδιαβαλοῖμεν

(우리는) 먼저 보겠기를 (바라다)

προδιαβαλοῖτε

(너희는) 먼저 보겠기를 (바라다)

προδιαβαλοῖεν

(그들은) 먼저 보겠기를 (바라다)

부정사 προδιαβαλεῖν

먼저 볼 것

분사 남성여성중성
προδιαβαλων

προδιαβαλουντος

προδιαβαλουσα

προδιαβαλουσης

προδιαβαλουν

προδιαβαλουντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προδιαβαλοῦμαι

(나는) 먼저 보이겠다

προδιαβαλεῖ, προδιαβαλῇ

(너는) 먼저 보이겠다

προδιαβαλεῖται

(그는) 먼저 보이겠다

쌍수 προδιαβαλεῖσθον

(너희 둘은) 먼저 보이겠다

προδιαβαλεῖσθον

(그 둘은) 먼저 보이겠다

복수 προδιαβαλούμεθα

(우리는) 먼저 보이겠다

προδιαβαλεῖσθε

(너희는) 먼저 보이겠다

προδιαβαλοῦνται

(그들은) 먼저 보이겠다

기원법단수 προδιαβαλοίμην

(나는) 먼저 보이겠기를 (바라다)

προδιαβαλοῖο

(너는) 먼저 보이겠기를 (바라다)

προδιαβαλοῖτο

(그는) 먼저 보이겠기를 (바라다)

쌍수 προδιαβαλοῖσθον

(너희 둘은) 먼저 보이겠기를 (바라다)

προδιαβαλοίσθην

(그 둘은) 먼저 보이겠기를 (바라다)

복수 προδιαβαλοίμεθα

(우리는) 먼저 보이겠기를 (바라다)

προδιαβαλοῖσθε

(너희는) 먼저 보이겠기를 (바라다)

προδιαβαλοῖντο

(그들은) 먼저 보이겠기를 (바라다)

부정사 προδιαβαλεῖσθαι

먼저 보일 것

분사 남성여성중성
προδιαβαλουμενος

προδιαβαλουμενου

προδιαβαλουμενη

προδιαβαλουμενης

προδιαβαλουμενον

προδιαβαλουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προδιέβαλλον

(나는) 먼저 보고 있었다

προδιέβαλλες

(너는) 먼저 보고 있었다

προδιέβαλλεν*

(그는) 먼저 보고 있었다

쌍수 προδιεβάλλετον

(너희 둘은) 먼저 보고 있었다

προδιεβαλλέτην

(그 둘은) 먼저 보고 있었다

복수 προδιεβάλλομεν

(우리는) 먼저 보고 있었다

προδιεβάλλετε

(너희는) 먼저 보고 있었다

προδιέβαλλον

(그들은) 먼저 보고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προδιεβαλλόμην

(나는) 먼저 보이고 있었다

προδιεβάλλου

(너는) 먼저 보이고 있었다

προδιεβάλλετο

(그는) 먼저 보이고 있었다

쌍수 προδιεβάλλεσθον

(너희 둘은) 먼저 보이고 있었다

προδιεβαλλέσθην

(그 둘은) 먼저 보이고 있었다

복수 προδιεβαλλόμεθα

(우리는) 먼저 보이고 있었다

προδιεβάλλεσθε

(너희는) 먼저 보이고 있었다

προδιεβάλλοντο

(그들은) 먼저 보이고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. 먼저 보다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION