πρίων
명사;
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
πρίων
어원: i_, attic; but i in later Poets.
뜻
- 톱, 금언, 격언, 속담
- a sawyer
- a saw, saw, a jagged
- μὴ δοξασθήσεται ἀξίνη ἄνευ τοῦ κόπτοντοσ ἐν αὐτῇ̣ ἢ ὑψωθήσεται πρίων ἄνευ τοῦ ἕλκοντοσ αὐτόν̣ ὡσαύτωσ ἐάν τισ ἄρῃ ράβδον ἢ ξύλον. (Septuagint, Liber Isaiae 10:15)
(70인역 성경, 이사야서 10:15)
- κᾆτ’ ἐπειδὰν ὦ μόνοσ, στένω κέχηνα σκορδινῶμαι πέρδομαι, ἀπορῶ γράφω παρατίλλομαι λογίζομαι, ἀποβλέπων ἐσ τὸν ἀγρὸν εἰρήνησ ἐρῶν, στυγῶν μὲν ἄστυ τὸν δ’ ἐμὸν δῆμον ποθῶν, ὃσ οὐδεπώποτ’ εἶπεν, ἄνθρακασ πρίω, οὐκ ὄξοσ οὐκ ἔλαιον, οὐδ’ ᾔδει "πρίω," ἀλλ’ αὐτὸσ ἔφερε πάντα χὠ πρίων ἀπῆν. (Aristophanes, Acharnians, Prologue 1:16)
(아리스토파네스, Acharnians, Prologue 1:16)
- ἄλλον γὰρ τρόπον συνῆλθον πρίων καὶ τέχνη, οὐχ ἕνεκα κοινοῦ τινοσ οἱο͂ν γὰρ ὄργανον καὶ ψυχή ἀλλὰ τοῦ χρωμένου ἕνεκεν. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 7 172:3)
(아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 7 172:3)
- εἰσ τὸν αὐτόν Τάκεο δυστάνων ὀνύχων ἄπο παμφάγε Μῶμε, τάκεο σὺ πρίων ἰοβόλουσ γένυασ. (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 16, chapter 2661)
(작자 미상, Greek Anthology, Volume V, book 16, chapter 2661)
- Θερμαινόμενοσ γὰρ ὑπὸ τῆσ περιόδου ὁ πρίων, καὶ τὸ ὀστέον ἐκθερμαίνων καὶ ἀναξηραίνων, κατακαίει, καὶ μεῖζον ποιέει ἀφίστασθαι τὸ ὀστέον τὸ περιέχον τὴν πρίσιν, ἢ ὅσον μέλλει ἀφίστασθαι. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 21.7)
(히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 21.7)