헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πολυτελής

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πολυτελής πολυτελές

형태분석: πολυτελη (어간) + ς (어미)

어원: te/los

  1. 매우 비싼, 고가의
  2. 넉넉한, 낭비하는, 소비적인, 낭비가 많은, 호사스러운
  1. very expensive, very costly
  2. spending much, lavish, extravagant, in the costliest manner

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 πολυτελής

매우 비싼 (이)가

πολύτελες

매우 비싼 (것)가

속격 πολυτελούς

매우 비싼 (이)의

πολυτέλους

매우 비싼 (것)의

여격 πολυτελεί

매우 비싼 (이)에게

πολυτέλει

매우 비싼 (것)에게

대격 πολυτελή

매우 비싼 (이)를

πολύτελες

매우 비싼 (것)를

호격 πολυτελές

매우 비싼 (이)야

πολύτελες

매우 비싼 (것)야

쌍수주/대/호 πολυτελεί

매우 비싼 (이)들이

πολυτέλει

매우 비싼 (것)들이

속/여 πολυτελοίν

매우 비싼 (이)들의

πολυτέλοιν

매우 비싼 (것)들의

복수주격 πολυτελείς

매우 비싼 (이)들이

πολυτέλη

매우 비싼 (것)들이

속격 πολυτελών

매우 비싼 (이)들의

πολυτέλων

매우 비싼 (것)들의

여격 πολυτελέσιν*

매우 비싼 (이)들에게

πολυτέλεσιν*

매우 비싼 (것)들에게

대격 πολυτελείς

매우 비싼 (이)들을

πολυτέλη

매우 비싼 (것)들을

호격 πολυτελείς

매우 비싼 (이)들아

πολυτέλη

매우 비싼 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὴν κτῆσιν αὐτοῦ τὴν πολυτελῆ καταλαβώμεθα, πλήσωμεν δὲ οἴκουσ ἡμετέρουσ σκύλων. (Septuagint, Liber Proverbiorum 1:13)

    (70인역 성경, 잠언 1:13)

  • διὰ τοῦτο οὕτω λέγει Κύριοσ Κύριοσ. ἰδοὺ ἐγὼ ἐμβαλῶ εἰσ τὰ θεμέλια Σιὼν λίθον πολυτελῆ ἐκλεκτὸν ἀκρογωνιαῖον, ἔντιμον, εἰσ τὰ θεμέλια αὐτῆσ, καὶ ὁ πιστεύων ἐπ̓ αὐτῷ οὐ μὴ καταισχυνθῇ. (Septuagint, Liber Isaiae 28:16)

    (70인역 성경, 이사야서 28:16)

  • οἱ δὲ καὶ πυρὰν νήσαντεσ πρὸ τῶν χωμάτων καὶ βόθρον τινὰ ὀρύξαντεσ καίουσί τε ταυτὶ τὰ πολυτελῆ δεῖπνα καὶ εἰσ τὰ ὀρύγματα οἶνον καὶ μελίκρατον, ὡσ γοῦν εἰκάσαι, ἐγχέουσιν; (Lucian, Contemplantes, (no name) 22:5)

    (루키아노스, Contemplantes, (no name) 22:5)

  • <Σωσίπολισ> Ἀντισσαῖοσ δέ, δεηθείσησ τῆσ πόλεωσ χρημάτων, εἰθισμένων δὲ αὐτῶν λαμπρῶσ ἄγειν Διονύσια, ἐν οἷσ ἄλλα τε πολλὰ ἀνήλισκον ἐξ ἐνιαυτοῦ παρασκευάζοντεσ καὶ ἱερεῖα πολυτελῆ, ὑπογύου δὲ οὔσησ ταύτησ τῆσ ἑορτῆσ, ἔπεισεν αὐτοὺσ τῷ μὲν Διονύσῳ εὔξασθαι ἐσ νέωτα ἀποδώσειν διπλάσια, ταῦτα δὲ συναγαγόντασ ἀποδόσθαι. (Aristotle, Economics, Book 2 35:1)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 35:1)

  • δοκῶ γάρ μοι ἐκ πολλοῦ ἤδη κατανενοηκέναι σε τούτῳ τῷ βίῳ ἐπιβουλεύοντα, καὶ πρῶτόν γε ὁπηνίκα περὶ τῶν τοιούτων ὁ λόγοσ ἐνέπεσεν, εἶτα ἐπῄνεσέ τισ τῶν παρόντων τὴν τοιαύτην μισθοφοράν, τρισευδαίμονασ εἶναι λέγων οἷσ μετὰ τοῦ φίλουσ ἔχειν τοὺσ ἀρίστουσ Ῥωμαίων καὶ δειπνεῖν δεῖπνα πολυτελῆ καὶ ἀσύμβολα καὶ οἰκεῖν ἐν καλῷ καὶ ἀποδημεῖν μετὰ πάσησ ῥᾳστώνησ καὶ ἡδονῆσ ἐπὶ λευκοῦ ζεύγουσ, εἰ τύχοι, ἐξυπτιάζοντασ, προσέτι καὶ μισθὸν τῆσ φιλίασ καὶ ὧν εὖ πάσχουσιν τούτων λαμβάνειν οὐκ ὀλίγον ἐστίν· (Lucian, De mercede, (no name) 2:3)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 2:3)

유의어

  1. 매우 비싼

  2. 넉넉한

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION