πνιγμός
2군 변화 명사; 남성
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
πνιγμός
πνιγμοῦ
형태분석:
πνιγμ
(어간)
+
ος
(어미)
뜻
- a choking or being choked
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ἀπὸ πνιγμοῦ πυρᾶσ κυκλόθεν καὶ ἐκ μέσου πυρόσ, οὗ οὐκ ἐξέκαυσα. (Septuagint, Liber Sirach 51:4)
(70인역 성경, Liber Sirach 51:4)
- ἐν δὲ τῷ περὶ πνιγμοῦ γράφει· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 73 3:1)
(아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 73 3:1)
- Οὐδὲν δὲ κωλύει καὶ πρὸσ τὰ ἄλλα ἀλγήματα τῶν πλευρέων χλιάσματα προστιθέναι καὶ κηρώματα‧ ἀλείφειν δὲ σκέλεα καὶ ὀσφὺν θερμῷ, καὶ λίποσ ἐγκαταλείφειν‧ ἐπὶ δὲ ὑποχόνδρια λίνου σπέρμα καταπλάσσειν ἑώσ μαζῶν‧ ἀκμαζούσησ δὲ τῆσ περιπλευμονίησ, ἀβοήθητον μὴ ἀνακαθαιρομένου, καὶ πονηρὸν ἢν δύσπνοοσ ᾖ, καὶ οὖρα λεπτὰ καὶ δριμέα, καὶ ἱδρῶτεσ περὶ τράχηλον καὶ κεφαλὴν γίγνωνται‧ οἱ τοιοῦτοι ἱδρῶτεσ πονηροὶ, ὑπὸ πνιγμοῦ καὶ Ῥωγμῆσ καὶ βίησ ἐπικρατεόντων τῶν νουσημάτων, ἢν μὴ οὖρα πολλὰ καὶ παχέα ὁρμήσῃ, καὶ πτύσματα πέπονα ἔλθῃ‧ ὅ τι δ’ἂν τούτων αὐτοματίσῃ, λύσει τὸ νούσημα. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 11.5)
(히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 11.5)
- Περὶ πνιγμοῦ α’ Περὶ παραφροσυνησ α’. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, E, Kef. b'. QEOFRASTOS 10:16)
(디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, E, Kef. b'. QEOFRASTOS 10:16)