헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὄλυνθος

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὄλυνθος

어원: (어원이 불명확함.)

  1. a winter-fig, an untimely fig

예문

  • ἢ πότεροι τοὺσ ἱππέασ προὔδοσαν, ὧν προδοθέντων Ὄλυνθοσ ἀπώλετο; (Demosthenes, Speeches, 67:3)

    (데모스테네스, Speeches, 67:3)

  • ἆρ’ οὖν διὰ τούτουσ ἀπώλετ’ Ὄλυνθοσ; (Demosthenes, Speeches 11-20, 381:8)

    (데모스테네스, Speeches 11-20, 381:8)

  • ὑπὸ δὲ τοὺσ αὐτοὺσ καιροὺσ Ὄλυνθοσ ἑάλω, καὶ πολλοὶ τῶν ἡμετέρων ἐγκατελήφθησαν πολιτῶν, ὧν ἦν Ιἀτροκλῆσ ὁ Ἐργοχάρουσ ἀδελφὸσ καὶ Εὐήρατοσ ὁ Στρομβίχου υἱόσ. (Aeschines, Speeches, , section 151)

    (아이스키네스, 연설, , section 151)

  • ὅτι μὲν γὰρ τῶν ἐπὶ Θρᾴκησ μεγίστη πόλισ Ὄλυνθοσ σχεδὸν πάντεσ ἐπίστασθε. (Xenophon, Hellenica, , chapter 2 15:3)

    (크세노폰, Hellenica, , chapter 2 15:3)

  • ὅτι διεῖχε Ποτιδαίασ Ὄλυνθοσ ἑβδομήκοντα σταδίουσ. (Strabo, Geography, Book 7, chapter fragments 66:1)

    (스트라본, 지리학, Book 7, chapter fragments 66:1)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION